Πτερωτά Θηράματα
-
ΚΙΧΛΙΔΗ (ΤΣΙΧΛΕΣ)
1. Κελαηδότσιχλα – Turdus philomelos
Διαστάσεις
Μήκος σώματος:23 cm
Άνοιγμα φτερών: 33 -36 cm
Βάρος αρσενικού: 63 – 84 gr
Βάρος θηλυκού: 60 – 82 gr
Γνωρίσματα
Καστανή τσίχλα με κηλίδες στο στήθος και κιτρινοπορτοκαλί κάτω επιφάνεια φτερούγων.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη και τη βόρειοδυτική Ασία. Διαχειμάζει στη δυτική και νότια Ευρώπη, βόρεια Αφρική και νότιοδυτική Ασία.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος αποδημητικό. Αναπαράγεται σε ενδιαιτήματα με δέντρα, θάμνους, καλλιέργειες, πάρκα και κήπους. Φωλιάζει σε δέντρα και θάμνους συνήθως στο σημείο που ενώνεται ο κορμός με τα κλαδιά. Η φωλιά αποτελείται από κλαδάκια και χόρτα και είναι στρωμένη με λάσπη. Κατασκευάζεται εξ ολοκλήρου από το θηλυκό, το οποίο γεννάει 2 – 3 φορές το χρόνο από 3 – 5 αβγά χρώματος ελαφρού γαλάζιου με μικρές καφέ ή μαύρες κηλίδες. Επωάζει για 10 – 17 ημέρες και τα αβγά εκκολάπτονται σύγχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και είναι ικανοί να πετάξουν σε ηλικία 11 – 17 ημερών. Για να ξεχειμωνιάσει μεταναστεύει το φθινόπωρο νότια και δυτικά από τις περιοχές αναπαραγωγής ως τη βόρεια Αφρική. Τη συναντάμε σε αγροτικές καλλιέργειες με φυσικούς φράχτες, σε ελαιώνες, σε θαμνότοπους και σε ρεματιές. Κοπαδιάζει μόνο κατά την περίοδο της μετανάστευσης.
Τροφή
Τρέφεται με ασπόνδυλα (σκουλήκια, σαλιγκάρια κ.λ.π.) και έντομα που συλλέγει από την επιφάνεια του εδάφους, αλλά και με καρπούς (ελιές κ.λπ) κυρίως το φθινόπωρο και το χειμώνα.
Κυνήγι
Το κυνήγι της τσίχλας γίνεται με καρτέρι και με ψάξιμο. Το καρτέρι πραγματοποιείται νωρίς το πρωί όταν πηγαίνει από τις θέσεις κουρνιάσματος στις θέσεις που θα αναζητήσει την τροφή της και το απόγευμα όταν επιστρέφει για να κουρνιάσει. Συνήθως οι τόποι που κουρνιάζει είναι πλαγιές προστατευμένες από τον άνεμο και βαθιές ρεματιές με πυκνή θαμνώδη βλάστηση. Πετάει σχεδόν πάντα κόντρα στον άνεμο όταν μετακινείται για να κουρνιάσει. Στο καρτέρι στεκόμαστε με την πλάτη προς τον αέρα και περιμένουμε τις τσίχλες που θ’ ανέβουν από τους ελαιώνες. Το κυνήγι με ψάξιμο γίνεται όλη την ημέρα σε θαμνώνες, σε ελαιώνες, σε φυσικούς φράχτες ανάμεσα σε καλλιέργειες , σε ρεματιές κ.λ.π. Χρησιμοποιούμε φυσίγγια με ελαφριές γομώσεις και σκάγια Νο 8 -9.
2. Κοκκινότσιχλα – Turdus iliacus
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 19-23 cm
Άνοιγμα φτερών: 33 – 34,5 cm
Βάρος αρσενικού: 47 – 78 gr
Βάρος θηλυκού: 46 – 77 gr
Γνωρίσματα
Χαρακτηριστικές κοκκινωπές κηλίδες στο κάτω μέρος των φτερών κοντά στο σώμα, ορατές όταν πετάει. Όταν κάθεται διακρίνεται μια κοκκινωπή κηλίδα στα πλάγια του σώματός της.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στη βόρεια Ευρώπη και στη βόρεια Ασία. Διαχειμάζει στη νότια και δυτική Ευρώπη και την ανατολική Ασία.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος αποδημητικό. Αναπαράγεται σε δασικά οικοσυστήματα έως ψηλά εκεί που σταματούν τα δέντρα και αρχίζουν τα υπαλπικά λιβάδια και σε θαμνοτόπους. Φωλιάζει σε δέντρα, σε θάμνους, ακόμα και στο έδαφος ανάμεσα σε πυκνή βλάστηση. Η φωλιά αποτελείται από κλαδάκια και χόρτα και κατασκευάζεται εξ’ ολοκλήρου από το θηλυκό το οποίο γεννάει δυό φορές το χρόνο από 4 – 6 αβγά χρώματος πρασινογάλαζου με μεγάλες κοκκινοκαφέ κηλίδες. Τα αβγά επωάζονται για 12 – 13 ημέρες και εκκολάπτονται όλα μαζί ταυτόχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και είναι ικανοί να πετάξουν σε ηλικία 8 – 13 ημερών. Μετά την εγκατάλειψη της φωλιάς , η οικογένεια παραμένει μαζί για δύο περίπου εβδομάδες , εκτός αν το θηλυκό φτιάξει δεύτερη φωλιά οπότε οι νεοσσοί παραμένουν μόνο με το αρσενικό.
Για να ξεχειμωνιάσει, μεταναστεύει το φθινόπωρο νότια και δυτικά από τις περιοχές αναπαραγωγής ως την βόρεια Αφρική. Την συναντάμε σε αγροτικές καλλιέργειες με φυσικούς φράχτες σε κοπαδάκια μαζί με άλλες τσίχλες.
Τροφή
Τρέφεται με ασπόνδυλα (σκουλήκια, σαλιγκάρια κ.λ.π.) και έντομα που συλλέγει από την επιφάνεια του εδάφους αλλά και με καρπούς κυρίως το φθινόπωρο και το χειμώνα.
Κυνήγι
Την κυνηγάμε με καρτέρι κατά τη διάρκεια των μετακινήσεών της μαζί με άλλων ειδών τσίχλες. Στον κάμπο την περιμένουμε κοντά σε ψηλά δέντρα που χρησιμοποιεί για να ξεκουράζεται. Για τη συνήθειά της να χρησιμοποιεί για ξεκούραση ψηλά δέντρα, σε πολλές περιοχές την ονομάζουν και δεντρότσιχλα.
3. Δενδρότσιχλα - Τσαρτσάρα – Turdus viscivorus
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 26-29 cm
Άνοιγμα φτερών: 42 -47,5 cm
Βάρος : 100 – 167 gr
Γνωρίσματα
Σταχτοκαφέ σώμα με πολλές στρογγυλωπές κηλίδες στο στήθος και την κοιλιά.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη και τη βόρεια και δυτική Ασία. Μεταναστεύει νοτιότερα και ανατολικά. Στη νότια και δυτική Ευρώπη απαντά όλο το χρόνο, όπως και στο μεγαλύτερο τμήμα της χώρας μας.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Οι βόρειοι πληθυσμοί μεταναστεύουν, ενώ οι νότιοι είναι σχετικά μόνιμοι όπως συμβαίνει και με τα κοτσύφια. Αναπαράγεται σε δάση κωνοφόρων και πλατυφύλλων σε μεγάλα υψόμετρα, συχνά στις παρυφές των δασών ή σε διάκενα. Φωλιάζει ψηλά σε δέντρα και εκδηλώνει έντονη επικράτεια γύρω από τη φωλιά. Η φωλιά αποτελείται από κλαδάκια , πευκοβελόνες, χόρτα και λάσπη. Κατασκευάζεται εξ ολοκλήρου από το θηλυκό το οποίο γεννάει 2 – 3 φορές το χρόνο από 3 – 5 αβγά χρώματος ελαφρού πρασινογάλαζου με μικρές κοκκινοκαφέ κηλίδες. Επωάζειγια 12 – 15 ημέρες και τα αβγά εκκολάπτονται όλα μαζί την ίδια μέρα. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και είναι ικανοί να πετάξουν σε ηλικία 12 – 15 ημερών.
Για να ξεχειμωνιάσει μεταναστεύει το φθινόπωρο νότια και δυτικά από τις περιοχές αναπαραγωγής ως τη βόρεια Αφρική. Τη συναντάμε σε δασικά οικοσυστήματα, κυρίως ελατοδάση. Σχηματίζει μικρά κοπάδια και υπερασπίζεται σθεναρά ένα δέντρο με καρπούς το χειμώνα. Τέτοια δέντρα μπορεί να είναι έλατα ή δρυς με καρπούς ιξού (γκυ).
Τροφή
Τρέφεται με ασπόνδυλα (σκουλήκια, σαλιγκάρια κ.λ.π.) και έντομα που συλλέγει από την επιφάνεια του εδάφους, πολλές φορές αναποδογυρίζοντας πέτρες, αλλά και με καρπούς κυρίως το φθινόπωρο και το χειμώνα.
Κυνήγι
Κυνηγάμε τις τσαρτσάρες σε διάκενα του δάσους το πρωϊ και το απόγευμα με καρτέρι. Μπορούμε να την κυνηγήσουμε κι όλη τη μέρα με καρτέρι στα δέντρα που ξέρουμε ότι επισκέπτεται για να αναζητήσει την τροφή της. Σε περιόδους με βαρυχειμωνιά κατεβαίνουν χαμηλότερα σε δεντροστοιχίες ακόμα και κοντά ή μέσα σε πόλεις.
4. Γερακότσιχλα – Turdus pilaris
Διαστάσεις
Μήκος σώματος:25,5 cm
Άνοιγμα φτερών: 39 -42 cm
Βάρος αρσενικού: 80 – 120 gr
Βάρος θηλυκού: 76 – 128 gr
Γνωρίσματα
Σταχτί ουροπύγιο (περιοχή στο μπροστινό πάνω μέρος της ουράς) και σταχτί κεφάλι, στήθος με σκοτεινές κηλίδες.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη και βόρεια Ασία. Είδος μεταναστευτικό, αναζητά καλύτερες συνθήκες το χειμώνα στη νότια Ευρώπη και στη νοτιοδυτική Ασία. Μόνιμα τη συναντούμε στην Κεντρική Ευρώπη.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Οι βόρειοι πληθυσμοί μεταναστεύουν ενώ οι νότιοι είναι μόνιμοι. Αναπαράγεται σε δάση κωνοφόρων και πλατυφύλλων, συχνά στις παρυφές των δασών ή σε διάκενα. Φωλιάζει κατά μικρές αποικίες σε δέντρα, συνήθως στο σημείο που ενώνεται ο κορμός με τα κλαδιά. Η φωλιά αποτελείται από κλαδάκια και χόρτα και το εσωτερικό της στρώνεται με λάσπη. Κατασκευάζεται εξ ολοκλήρου από το θηλυκό το οποίο γεννάει 1 – 2 φορές το χρόνο από 5 - 6 αβγά χρώματος ελαφρού γαλάζιου με μικρές καφέ κηλίδες. Επωάζει για 10 – 13 ημέρες και τα αβγά εκκολάπτονται σε διαφορετικές ημέρες. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και είναι ικανοί να πετάξουν σε ηλικία 11 – 15 ημερών. Για να ξεχειμωνιάσει μετακινείται το φθινόπωρο νότια και δυτικά από τις περιοχές αναπαραγωγής ως τη βόρεια Αφρική. Τη συναντάμε σε αγροτικές καλλιέργειες με φυσικούς φράχτες και σε θαμνότοπους κοντά σε δάση. Συγκεντρώνεται σε κοπάδια μαζί με άλλες τσίχλες.
Τροφή
Τρέφεται με ασπόνδυλα (σκουλήκια, σαλιγκάρια κ.λ.π.) και έντομα που συλλέγει από την επιφάνεια του εδάφους, πολλές φορές αναποδογυρίζοντας πέτρες, αλλά και με καρπούς κυρίως το φθινόπωρο και το χειμώνα.
Κυνήγι
Επισκέπτεται τη χώρα μας μετά το Νοέμβριο και κατά τη διάρκεια κακοκαιρίας. Αυτή την εποχή μεγάλα κοπάδια κατεβαίνουν χαμηλά για να αναζητήσουν την τροφή τους. Πιο συχνά όμως τη συναντάμε σε ορεινά υψίπεδα με κέδρα και άλλους θάμνους ή με βαρυχειμωνιές σε δενδρώνες (μηλιές, ροδακινιές κ.λπ). Την κυνηγάμε το πρωί με καρτέρι ή όλη τη μέρα στη βοσκή. Χρησιμοποιούμε φυσίγγια Νο 8.
5. Κότσυφας – Turdus merula
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 24 -25 cm
Άνοιγμα φτερών: 34 -38,5 cm
Βάρος αρσενικού: 78 – 148 gr
Βάρος θηλυκού: 70 – 140 gr
Γνωρίσματα
Σκοτεινόμαυρο πουλί με κίτρινη μύτη. Τα θηλυκά και τα ανήλικα έχουν καφετί χρώμα και κηλίδες στο στήθος
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη και στη βόρεια και δυτική Ασία. Διαχειμάζει στην δυτική και νότια Ευρώπη, βόρεια Αφρική και νοτιοδυτική Ασία. Στη χώρα μας ένα τμήμα του πληθυσμού μεταναστεύει, ενώ ένα άλλο είναι μόνιμο (αναπαράγεται και διαχειμάζει) πραγματοποιώντας μικρές καθ’ ύψος μετακινήσεις, (κατεβαίνει ή ανεβαίνει στα βουνά ανάλογα με τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Οι βόρειοι πληθυσμοί μεταναστεύουν ενώ οι νότιοι είναι, σχετικά μόνιμοι. Αναπαράγεται σε ποικιλία ενδιαιτημάτων, σε δάση, θαμνότοπους, καλλιέργειες με φυσικούς φράχτες ακόμα και στις παρυφές πόλεων και σε πάρκα. Φωλιάζει σε δέντρα, θάμνους ακόμα και σε παλιά κτίρια. Η φωλιά αποτελείται από κλαδάκια και χόρτα και στρώνεται με λάσπη. Κατασκευάζεται και από τα δύο φύλα. Γεννάει 2 – 3 φορές το χρόνο από 3 – 5 αβγά χρώματος ελαφρού πρασινογαλάζιου με μικρές καφεκόκκινες κηλίδες, τα οποία επωάζει για 10 – 19 ημέρες και τα οποία εκκολάπτονται ασύγχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και είναι ικανοί να πετάξουν σε ηλικία 10- 19 ημερών. Για να ξεχειμωνιάσει μεταναστεύει το φθινόπωρο νότια και δυτικά των περιοχών αναπαραγωγής ως τη βόρεια Αφρική. Το συναντάμε σε αγροτικές καλλιέργειες με φυσικούς φράχτες και σε θαμνότοπους κοντά σε δάση .
Τροφή
Τρέφεται με ασπόνδυλα (σκουλήκια, σαλιγκάρια κ.λ.π.) και έντομα που συλλέγει από την επιφάνεια του εδάφους αλλά και με καρπούς κυρίως το φθινόπωρο και το χειμώνα.
Κυνήγι
Τα κοτσύφια τα κυνηγάμε με τη μέθοδο της αναζήτησης σε ρεματιές, φυσικούς φράχτες, θαμνότοπους κ.λπ. Το ξημέρωμα και το σούρουπο κυνηγάμε με καρτέρι στις άκρες πευκοδασών και θαμνοτόπων. Χρησιμοποιούμε ελαφρές γομώσεις και φυσίγγια με σκάγια Νο 8 – 9.
ΠΕΡΙΣΤΕΡΟΜΟΡΦΑ
1. Τρυγόνι – Streptopelia turtur
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 26 – 28 cm
Άνοιγμα φτερών: 47 – 53 cm
Βάρος αρσενικού: 100 – 178 gr
Βάρος θηλυκού: 95 – 158 gr
Γνωρίσματα
Μικρό και γρήγορο περιστεροειδές με έντονη αντίθεση λευκού και μαύρου στο τελείωμα της ουράς που γίνεται ιδιαίτερα εμφανής όταν απογειώνεται. Επίσης φέρει χαρακτηριστική σκουρόχρωμη κηλίδα (εναλλαγή λευκού και μαύρου) στα πλάγια του λαιμού.
Γεωγραφική εξάπλωση
Είδος που το συναντάμε σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη, εκτός της Σκανδιναβίας και της βόρειας Αγγλίας και Ιρλανδίας. Ακόμη το συναντάμε σε μεγάλο τμήμα της κεντρικής και ανατολικής Ασίας και της κεντρικής και βόρειας Αφρικής.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος μεταναστευτικό. Αναπαράγεται σε χαμηλά και μέσα υψόμετρα αποφεύγοντας περιοχές που μαστίζονται από δυνατούς ανέμους ή εμφανίζουν υγρές και κρύες συνθήκες. Προτιμάει περιοχές με υψόμετρο κάτω από 350 – 400 μέτρα, αποφεύγοντας τους υγροτόπους. Το θηλυκό χτίζει μια πρόχειρη φωλιά, σε ύψος, κατά μέσο όρο, 2,5 μέτρα πάνω από το έδαφος. Γεννάει δύο φορές το χρόνο 1 -2 αβγά. Η επώαση αρχίζει μετά τη γέννηση του δεύτερου αβγού και διαρκεί 13 – 14 μέρες. Τα αβγά εκκολάπτονται σύγχρονα. Οι νεοσσοί είναι έτοιμοι να πετάξουν μετά από 20 ημέρες.
Διαχειμάζει στην Αφρική.
Τροφή
Τρέφεται με σπόρους αγριόχορτων, δημητριακά και βίκο, δείχνει δε ιδιαίτερη προτίμηση στους ηλιόσπορους. Περιστασιακά καταναλώνει και ζωϊκή τροφή που αποτελείται από σκουλήκια, προνύμφες, έντομα και μικρά σαλιγκάρια.
Κυνήγι
Το κυνήγι του τρυγονιού είναι συναρπαστικό και σε μερικές περιοχές αποτελεί παραδοσιακό κυνήγι (νότια και δυτική Ελλάδα). Τον Αύγουστο το κυνήγι του περιορίζεται στους πληθυσμούς που αναπαράγονται στη χώρα μας και εντοπίζονται κυρίως στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα. Το Σεπτέμβριο, όταν αρχίζουν τα περάσματα, το κυνηγάμε με καρτέρι. Για το κυνήγι του χρησιμοποιούμε συνήθως ελαφριάς γόμωσης φυσίγγια με σκάγια Νο 8 και καλοζυγισμένο όπλο γιατί χρειάζεται πολύ γρήγορη επώμιση και σκόπευση.
2. Φάσσα – Columba palumbus
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 40 – 42 cm
Άνοιγμα φτερών: 75 – 80 cm
Βάρος αρσενικού: 462 – 568 gr
Βάρος θηλυκού: 471 – 566 gr
Γνωρίσματα
Λευκή κηλίδα στα πλάγια του λαιμού και λευκές λωρίδες στο πάνω μέρος των φτερών που φαίνονται σαν λευκή λωρίδα στα πλάγια του σώματός της όταν κάθεται.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη και την ανατολική Ασία και βόρειοδυτική Αφρική. Διαχειμάζει στη νότια και δυτική Ευρώπη, βορειοδυτική Αφρική και νοτιοανατολική Ασία.
Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος του οποίου οι πληθυσμοί που αναπαράγονται βόρεια και ανατολικά μεταναστεύουν νοτιότερα, ενώ οι πληθυσμοί που αναπαράγονται νότια και δυτικά είναι μόνιμοι. Αναπαράγεται σε μεγάλη ποικιλία ενδιαιτημάτων που συνήθως είναι δασύλια κοντά σε καλλιεργημένες εκτάσεις. Φωλιάζει σε δέντρα και υπερασπίζεται έντονα την περιοχή γύρω από την φωλιά της. Η φωλιά κατασκευάζεται και από τα δύο φύλα και είναι μια πρόχειρη «πλατφόρμα» από ξερά κλαδάκια. Γεννάει 1 – 2 φορές το χρόνο, 1 – 2 αβγά τη φορά , λευκού χρώματος, τα οποία επωάζονται και από τα δύο φύλα και εκκολάπτονται ταυτόχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται και φροντίζονται και από τα δύο φύλλα και είναι ικανοί να πετάξουν μετά από 20 – 35 ημέρες.
Το χειμώνα μετακινούνται κατά μεγάλα κοπάδια από περιοχή σε περιοχή αναζητώντας τροφή.
Τροφή
Τρέφονται κυρίως με σπόρους (σιτηρά, καλαμπόκι, βελανίδια κ.λπ) και με βλάστηση που αναζητούν τόσο στα δέντρα όσο και περπατώντας στο έδαφος. Οι νεοσσοί τρέφονται με ένα είδος ρευστού υγρού σαν γάλα που εκκρίνεται από τον πρόλοβο των ενηλίκων και το οποίο είναι ιδιαίτερα θρεπτικό.
Κυνήγι
Τον Οκτώβριο εμφανίζονται τα πρώτα μεγάλα κοπάδια που συνήθως μετακινούνται νοτιότερα. Αν βρουν τροφή και δεν ενοχληθούν στο κούρνιασμα μπορεί να παραμείνουν για αρκετές μέρες. Η φάσα έχει τη συνήθεια να κουρνιάζει σε δάση κωνοφόρων (πεύκα , έλατα κ.λ.π.) που βρίσκονται ψηλά και να κατεβαίνει το πρωϊ για να τραφεί στις πεδινές καλλιέργειες (καλαμπόκια) και στα δρυοδάση, όταν αυτά έχουν βελανίδια. Στις διαδρομές της αυτές ο κυνηγός την περιμένει καλά κρυμμένος, γιατί έχει πολύ καλή όραση. Το κυνήγι της γίνεται και στις περιοχές που βόσκει. Μπορεί να χρειαστεί μέρες παρακολούθησης για να εντοπιστεί ο προορισμός των κοπαδιών. Βασική προϋπόθεση για να μείνουν οι φάσες στην περιοχή είναι το ανενόχλητο κούρνιασμα. Αν κάποιος τις τουφεκίσει στα δέντρα που κουρνιάζουν, εγκαταλείπουν την περιοχή και δύσκολα την ξαναχρησιμοποιούν την ίδια χρονιά
Για το κυνήγι της χρησιμοποιούμε μακρύκανα και τσοκαρισμένα όπλα και φυσίγγια με βαριές γομώσεις (36 – 40 γρ σκάγια) επειδή δύσκολα έχουμε την ευκαιρία να τουφεκίσουμε σε μικρές αποστάσεις. Οι παλιοί φασοκυνηγοί λένε ότι πρέπει να τουφεκάμε τη φάσα μόνο όταν βλέπουμε τα πόδια της κι αυτό γιατί πολλοί παρασύρονται από το μέγεθός της και απλώς ενοχλούμε ή τραυματίζουμε τα πουλιά. Το μέγεθος των σκαγιών που χρησιμοποιούνται είναι συνήθως Νο 5 – 6. Ένας καλά εκπαιδευμένος σκύλος που θα επαναφέρει το θήραμα είναι πάντα χρήσιμος.
3. Αγριοπερίστερο – Columba livia
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 30 – 34 cm
Άνοιγμα φτερών: 63 -70 cm
Βάρος αρσενικού: 233 – 370 gr
Βάρος θηλυκού: 235 – 320 grΓνωρίσματα
Λευκό ουροπύγιο (έτσι λέγεται η περιοχή μπροστά από το πάνω μέρος της ουράς) και δύο μαύρες λωρίδες στο πάνω μέρος των φτερών οι οποίες φαίνονται και όταν έχει κλειστά τα φτερά στα πλάγια του σώματός του.Γεωγραφική εξάπλωση
Ευρύτατα εξαπλωμένο είδος. Ζει στην Ευρώπη, στην Ασία, εκτός κεντρικής και βόρειας, και είναι διάσπαρτο σε όλη την Βόρεια και νότια Αφρική.Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος επιδημητικό. Ζει και αναπαράγεται σε βραχώδεις πλαγιές σε νησιά και απόκρημνες ακτές. Φωλιάζει κατά αποικίες σε κοιλότητες βράχων. Η φωλιά κατασκευάζεται και από τα δύο φύλα από ξηρή βλάστηση. Γεννάει 5 φορές το χρόνο, 1 – 2 αβγά τη φορά , λευκού χρώματος, τα οποία επωάζονται από το θηλυκό για 16 – 19 μέρες και εκκολάπτονται ασύγχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται και φροντίζονται και από τα δύο φύλλα και είναι ικανοί να πετάξουν μετά από 35 – 37 ημέρες.Τροφή
Τρέφονται κυρίως με σπόρους και λιγότερο με βλάστηση. Οι νεοσσοί τρέφονται με ένα είδος ρευστού υγρού σαν γάλα που εκκρίνεται από τον πρόλοβο των ενηλίκων και το οποίο είναι ιδιαίτερα θρεπτικό.Κυνήγι
Το κυνήγι του ασκείται σε φαράγγια και απόκρυμνες βραχώδεις ακτές οι οποίες συχνά προσεγγίζονται μόνο από τη θάλασσα. Χρησιμοποιούμε τσοκαρισμένα όπλα και φυσίγγια με σκάγια Νο 6-7.ΕΔΑΦΟΒΙΑ
1. Μπεκάτσα – Scolopax rusticola
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 33 – 35 cm
Άνοιγμα φτερών: 56 – 60 cm
Βάρος αρσενικού: 250 – 434 gr
Βάρος θηλυκού: 205 – 420 gr
Γνωρίσματα
Μεγάλο ράμφος , μεγαλύτερο από το διπλάσιο μήκος του κεφαλιού. Μαύρες λωρίδες στο πάνω μέρος του κεφαλιού, κάθετες προς την διεύθυνση του ράμφους.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στην κεντρική, βόρεια και δυτική Ευρώπη, καθώς και στη βόρεια και ανατολική Ασία. Ξεχειμωνιάζει στη δυτική και νότια Ευρώπη και στη νότια και δυτική Ασία.
Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος αποδημητικό. Αναπαράγεται σε μεγάλα δάση με έντονα αναπτυγμένη βλάστηση στον υπόροφο. Φωλιάζει στο έδαφος, σε φωλιά που είναι στρωμένη με φύλλα και βρίσκεται καλά κρυμμένη ανάμεσα στη βλάστηση. Τη φωλιά κατασκευάζει το θηλυκό το οποίο γεννάει μια φορά το χρόνο 3 – 5 αβγά χρώματος ανοιχτού καφεκίτρινου με σκοτεινές κηλίδες. Η επώαση γίνεται από το θηλυκό και διαρκεί 21 – 24 ημέρες. Οι νεοσσοί τρέφονται μόνο από το θηλυκό και είναι ικανοί να πετάξουν σε ηλικία 15 – 20 ημερών.
Για να ξεχειμωνιάσει μεταναστεύει το φθινόπωρο από τη βόρεια και κεντρική Ευρώπη, νότια και δυτικά. Τη συναντάμε σε μια μεγάλη ποικιλία δασικών οικοσυστημάτων και σε θαμνότοπους.
Τροφή
Τρέφεται με σκουλήκια και έντομα που συλλέγει από την επιφάνεια του εδάφους η βυθίζοντας το ράμφος της σε υγρό και μαλακό έδαφος.
ΚυνήγιΑπό τα πλέον περιζήτητα θηράματα. Για το κυνήγι της είναι απαραίτητη η χρήση ενός καλά εκπαιδευμένου και έμπειρου κυνηγετικού σκύλου δείκτη, ο οποίος θα την αναζητήσει στα πιο πυκνά τμήματα του δάσους και θα την ακολουθήσει προσεκτικά όταν θα περπατήσει για να τον αποφύγει. Επειδή κυνηγιέται, κυρίως, σε πυκνά τμήματα δάσους, χρησιμοποιούμε κοντόκανο όπλο με «ανοιχτά» τσόκ και φυσίγγια με μάλλινη τάπα ή διασπορέα με σκάγια Νο 8 – 9. Ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες μπορεί να την αναζητήσουμε σε παραθαλάσια πευκοδάση, σε πουρναροτόπια, σε ελαιώνες ακόμα και σε λιβάδια με φυσικούς φράχτες.
2. Κολχικός Φασιανός – Phasianus colchicus
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 53 – 89 cm
Άνοιγμα φτερών: 70 – 90 cm
Βάρος αρσενικού: 800 – 1800 gr
Βάρος θηλυκού: 720 – 1250 grΓνωρίσματα
Το αρσενικό έχει ζωηρά χρώματα μακριά ουρά, σκούρο πράσινο κεφάλι με λευκό περιλαίμιο, τις περισσότερες φορές.
Το θηλυκό έχει χρώμα καστανό με μακριά ουρά.Γεωγραφική εξάπλωση
Ζει στη δυτική Ασία στις περιοχές που βρίσκονται γύρω από την Κασπία Θάλασσα. Στη χώρα μας έχει εισαχθεί σε διάφορες περιοχές καθώς και σε Ελεγχόμενες Κυνηγετικές Περιοχές.Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος επιδημητικό. Προτιμάει δασωμένες περιοχές με διάκενα και νερά. Αναπαράγεται μέσα ή κοντά σε δασικά οικοσυστήματα, σε κοιλάδες και δέλτα ποταμών, σε λόφους με πυκνή βλάστηση και νερό, σε αγροτικές καλλιέργειες με φυσικούς φράχτες κ.λ.π. Το αρσενικό κατά την περίοδο της αναπαραγωγής δεν ανέχεται την παρουσία άλλου «ανταγωνιστή» κοντά του, και υπερασπίζεται το «χαρέμι» του το οποίο αποτελείται από 2 – 7 θηλυκά. Φωλιάζει σε μια κοιλότητα στο έδαφος ανάμεσα σε πυκνή βλάστηση η οποία, συνήθως, δεν στρώνεται με ξηρή βλάστηση. Την φωλιά την κατασκευάζει το θηλυκό και γεννάει μια φορά το χρόνο 7 – 17 αυγά χρώματος ελαιοκαφέ ή γκριζοπράσινου, τα οποία επωάζει για 23 – 28 ημέρες. Οι νεοσσοί μπορούν να βαδίζουν αμέσως μετά την εκκόλαψη και εγκαταλείπουν την φωλιά. Είναι έτοιμοι να πετάξουν σε ηλικία 12 ημερών και ανεξαρτητοποιούνται μετά από 10 – 12 εβδομάδες.Τροφή
Τρέφεται με μια μεγάλη ποικιλία φυτικών ειδών, σπόρους και ασπόνδυλα.Ο πληθυσμός του Κολχικού Φασιανού στο Δέλτα του Νέστου είναι ο μοναδικός άγριος πληθυσμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση και με μοναδικό πιθανόν γονιδιακό απόθεμα σε όλο τον κόσμο. Η εξαφάνιση του είδους είναι πιθανή τα επόμενα έτη.
Κυνήγι
Σε κάποιους νομούς της Ελλάδας, όπου έχουν εισαχθεί υβρίδια φασιανού, επιτρέπεται το κυνήγι του για μικρό χρονικό διάστημα. Ωστόσο τα περισσότερα πουλιά απελευθερώνονται μέσα στις Ελεγχόμενες Κυνηγετικές Περιοχές (ΕΚΠ) όπου και αποτελούν μαζί με τις νησιώτικες πέρδικες τα κυριότερα θηράματα που «προσφέρονται». Ωστόσο το κυνήγι στις ΕΚΠ δεν γίνεται όπως θα έπρεπε γιατί, συνήθως, στα απελευθερούμενα πουλιά δεν δίνεται ο απαιτούμενος χρόνος προσαρμογής στο φυσικό περιβάλλον. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η χρησιμοποίηση σκύλου δείκτη (φέρμας). Συνιστώνται όπλα με ανοιχτά τσόκ και φυσίγγια με μάλλινη τάπα Νο 6 – 7.
3. Πετροπέρδικα – Αlectoris graeca
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 32 – 35 cm
Άνοιγμα φτερών: 46 – 53 cm
Βάρος αρσενικού: 520 – 745 gr
Βάρος θηλυκού: 432 gr – 550 gr
Γνωρίσματα
Ύπαρξη μαύρου χαλινού γύρω από τη βάση του ράμφους και συνήθως περισσότερες από 10, λεπτές μαύρες λωρίδες στα πλάγια του σώματός της. Η μαύρη γραμμή γύρω από το λαιμό έχει σαφή όρια και το χρώμα του λαιμού είναι καθαρό άσπρο. Η λευκή λωρίδα που περνάει πάνω από το μάτι συνεχίζει έως μπροστά στο μέτωπο.
Γεωγραφική εξάπλωση
Ζει στην Ελλάδα (εκτός από τα νησιά του Αιγαίου και τη Θράκη), τη Νότια Βουλγαρία, την Αλβανία, τη Γιουγκοσλαβία, την Ιταλία και τη Σικελία.
Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος επιδημητικό. Ζει σε κοπάδια όλο το χρόνο, εκτός από την περίοδο της αναπαραγωγής. Αναπαράγεται σε ανοιχτά βραχώδη περιβάλλοντα που εντοπίζονται μερικές φορές σε πολύ μεγάλα υψόμετρα, αλλά και κοντά στη θάλασσα (Φωκίδα, Εύβοια κ.λπ). Η πετροπέρδικα είναι είδος το οποίο κατά την περίοδο της αναπαραγωγής καταλαμβάνει μια περιοχή την οποία υπερασπίζεται με σθένος από κάθε εισβολέα (εκδήλωση επικράτειας). Την υπεράσπιση της περιοχής αναλαμβάνει το αρσενικό. Φωλιάζει στο έδαφος σε μια κοιλότητα που κατασκευάζει το θηλυκό. Η φωλιά καλύπτεται με ξηρά χόρτα και πούπουλα. Συνήθως βρίσκεται ενδιάμεσα ή κάτω από πέτρες ή θάμνους για να προφυλάσσεται από άρπαγες και άσχημες καιρικές συνθήκες. Γεννά μία φορά το χρόνο 8-14 αβγά που έχουν χρώμα κρεμ. Επωάζονται από το θηλυκό για 23-24 μέρες και εκκολάπτονται ταυτόχρονα. Οι νεοσσοί αμέσως μετά την εκκόλαψη είναι ικανοί να βαδίσουν και απομακρύνονται από τη φωλιά, ενώ μπορούν να κάνουν μικρές πτήσεις σε ηλικία 7 – 10 ημερών. Την φροντίδα των νεοσσών αναλαμβάνει το θηλυκό. Η σωματική τους διάπλαση ολοκληρώνεται σε ηλικία 7 εβδομάδων. Αν καταστραφεί νωρίς η φωλιά τότε το θηλυκό κατασκευάζει άλλη.
Τροφή
Τα ενήλικα τρέφονται με σπόρους και βλάστηση, ενώ οι νεοσσοί καταναλώνουν έντομα τα οποία είναι πλούσια σε πρωτεϊνες που είναι απαραίτητες για την σωματική τους ανάπτυξη.
Κυνήγι
Ένα από τα πιο περιζήτητα θηράματα του Έλληνα κυνηγού. Το κυνήγι της απαιτεί γνώση των συνηθειών της και πολύ καλά και ανθεκτικά κυνηγετικά σκυλιά. Προτιμά συνήθως όρη με μεγάλα υψόμετρα, όπου απαιτείται φυσική αντοχή και μεγάλη θέληση για να προσπελαστούν. Αν φτάσουμε στον κυνηγότοπο πριν το χάραμα ακούμε τα κελαηδηματα του κοπαδιού. Στη συνέχεια πρέπει να υπολογίσουμε προς τα που θα κατευθυνθεί για να το αναζητήσουμε. Χρησιμοποιείται σκύλος δείκτης, ελαφρά όπλα και φυσίγγια με σκάγια Νο 6 – 8.
4. Νησιώτικη πέρδικα – Alectoris chuκar
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 32 – 34 cm
Άνοιγμα φτερών: 47 – 52 cm
Βάρος αρσενικού: 504 – 595 gr (Λήμνος, Λέσβος), 460 – 562 gr (λοιπά νησιά Αιγαίου, Θράκη)
Βάρος θηλυκού: 460 – 562 gr (Λήμνος, Λέσβος), 365 – 520 gr (λοιπά νησιά Αιγαίου , Θράκη)
Γνωρίσματα
Στη νησιώτικη πέρδικα δεν υπάρχει μαύρος χαλινός γύρω από τη βάση του ράμφους ενώ οι λωρίδες στα πλάγια της κοιλιάς της είναι φαρδιές και συνήθως λιγότερες από 10. Η λευκή λωρίδα που περνάει πάνω από το μάτι δεν συνεχίζει μπροστά στο μέτωπο και η περιοχή γύρω από το αυτί έχει χρώμα καφέ. Επίσης χαρακτηριστικό της είναι η ασάφεια των ορίων της μαύρης λωρίδας γύρω από το λαιμό και το μπεζ (λερωμένο λευκό) χρώμα του λαιμού.
Γεωγραφική εξάπλωση
Ζει στην ανατολική και κεντρική Ασία, στα νησιά του Αιγαίου και τη Θράκη. Έχει εισαχθεί και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος επιδημητικό. Ζει σε κοπάδια όλο το χρόνο, εκτός από την περίοδο της αναπαραγωγής. Αναπαράγεται σε ανοιχτά, βραχώδη, μεσογειακά περιβάλλοντα. Φωλιάζει στο έδαφος σε μια κοιλότητα που κατασκευάζει το θηλυκό και τη στρώνει με ξερά χόρτα. Η φωλιά συνήθως βρίσκεται ενδιάμεσα ή κάτω από πέτρες για να προφυλάσσεται από άρπαγες και άσχημες καιρικές συνθήκες. Γεννά μία φορά το χρόνο 8-15 αβγά που έχουν χρώμα κρεμ με κοκκινοκαφέ κηλίδες. Επωάζονται από το θηλυκό για 22-24 μέρες και εκκολάπτονται ταυτόχρονα (σύγχρονη εκκόλαψη). Οι νεοσσοί αμέσως μετά την εκκόλαψη είναι ικανοί να βαδίσουν και απομακρύνονται από την φωλιά, ενώ μπορούν να κάνουν μικρές πτήσεις σε ηλικία 7 – 10 ημερών. Την φροντίδα των νεοσσών αναλαμβάνει το θηλυκό. Η σωματική τους διάπλαση ολοκληρώνεται σε ηλικία 7 εβδομάδων. Αν καταστραφεί νωρίς η φωλιά τότε το θηλυκό κατασκευάζει άλλη.
Τροφή
Τα ενήλικα τρέφονται με διάφορους σπόρους είτε από αγριόχορτα είτε από καλλιεργούμενα φυτά, ενώ οι νεοσσοί χρειάζονται να καταναλώσουν έντομα, δηλ. τροφή πλούσια σε πρωτεϊνες, που είναι απαραίτητη για τη σωματική τους ανάπτυξη.
Κυνήγι
Την αναζητούμε με σκύλο δείκτη στις περιοχές που υπάρχουν φυσικοί πληθυσμοί αλλά και στις ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές όπου έχει εισαχθεί. Στην Θράκη ζει σε ενδιαιτήματα που μοιάζουν με αυτά που προτιμά και η ορεινή πέρδικα. Για το κυνήγι της χρησιμοποιούνται φυσίγγια με σκάγια Νο 6 – 7.
5. Ορτύκι – Coturnix coturnix
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 16 – 18 cm
Άνοιγμα φτερών: 32 – 35 cm
Βάρος αρσενικού: 73 – 140 gr
Βάρος θηλυκού: 70 – 155 gr
Γνωρίσματα
Α. Αρσενικό: Μαύρες ραβδώσεις στο λαιμό και καστανόχρωμο στήθος.
Β. Θηλυκό: Κιτρινωπό στήθος με πυκνές μαύρες κηλίδες
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη, πλην της Σκανδιναβίας και της βόρειας Ρωσίας, στην δυτική και νότια Ασία και την Νότια Αφρική. Διαχειμάζει στην Αφρική, τη νοτιοδυτική Ευρώπη και την Ινδία.
Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος αποδημητικό. Αναπαράγεται σε λιβάδια με βλάστηση και σε γεωργικές καλλιέργειες, ενώ αποφεύγει υγρές περιοχές και βάλτους. Φωλιάζει στο έδαφος μέσα σε πυκνή βλάστηση και εκδηλώνει έντονη χωροκράτεια στην περιοχή γύρω από τη φωλιά του. Η φωλιά κατασκευάζεται από το θηλυκό και αποτελείται από μια κοιλότητα πρόχειρα στρωμένη με βλάστηση. Γεννάει 1 – 2 φορές το χρόνο από 8 – 13 αβγά χρώματος κιτρινωπού με μαυροκαφέ κηλίδες, τα οποία επωάζονται από το θηλυκό για 17 – 20 μέρες. Η εκκόλαψή τους είναι σύγχρονη. Οι νεοσσοί τρέφονται από το θηλυκό και είναι ικανοί να πετάξουν μετά από 11 ημέρες.
Ξεχειμωνιάζει στη βόρεια Αφρική και τη νότια Ασία όπου μεταναστεύει το φθινόπωρο κατά κοπάδια ταξιδεύοντας την νύχτα.
Τροφή
Τρέφεται με σπόρους και έντομα τα οποία βρίσκει στο έδαφος.
Κυνήγι
Τον Αύγουστο το αναζητούμε στις περιοχές αναπαραγωγής, ενώ το Σεπτέμβριο μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, κατά την διάρκεια της μετανάστευσης, σε όλες τις περιοχές που γίνονται περάσματα. Τα μεγαλύτερα περάσματα γίνονται συνήθως το δεύτερο δεκαήμερο Σεπτεμβρίου και το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου. Απαραίτητος κατά τις εξορμήσεις μας είναι ο σκύλος δείκτης. Χρησιμοποιούμε όπλα με ανοιχτά τσοκ (κύλινδρο ή βελτιωμένο κύλινδρο) και φυσίγγια ελαφριάς γόμωσης με σκάγια 9 – 10.
ΥΔΡΟΒΙΑ
Αφρόπαπιες - Μη καταδυτικές πάπιες
1. Πρασινοκέφαλη – Anas plathyrhynchos
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 50 – 65 cm
Άνοιγμα φτερών: 81 – 98 cm
Βάρος αρσενικού: 850 – 1572 gr
Βάρος θηλυκού: 750 – 1320 gr
Γνωρίσματα
Αρσενικό: Πράσινο κεφάλι, λευκό περιλαίμιο, καστανό στήθος και μαύρη ουρά.
Θηλυκό: Καστανωπή με ελαφρώς πορτοκαλοκαφέ μακρύ ράμφος και μέτωπο που δεν σηκώνεται απότομα, αλλά συνεχίζει ομαλά πίσω από το ράμφος.
Γεωγραφική εξάπλωση
Η κατανομή της είναι ευρύτατη στο μεγαλύτερο τμήμα του βορείου ημισφαιρίου. Αποφεύγει τη ζώνη της τούνδρας και την Αρκτική.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος μεταναστευτικό. Υπάρχουν όμως κάποιοι πληθυσμοί που παραμένουν στη χώρα μας όλο το χρόνο. Αναπαράγεται σχεδόν σε κάθε είδους υγρότοπο. Προτιμάει γλυκά νερά με καλά αναπτυγμένη βλάστηση για κάλυψη ενώ χρησιμοποιεί και τεχνητές λίμνες για να φωλιάσει. Το θηλυκό χτίζει τη φωλιά στο έδαφος, συνήθως κοντά στο νερό, αλλά έχουν βρεθεί φωλιές μέχρι και 2 χλμ μακρυά. Μπορεί ακόμα να φωλιάσει σε κουφάλες δέντρων ή και σε τεχνητές φωλιές. Στρώνει την φωλιά με φύλλα, ξερά χόρτα και πούπουλα που βγάζει από το σώμα του. Γεννάει μια φορά το χρόνο 9 -13 αβγά, χρώματος ανοιχτού κιτρινοπράσινου, τα οποία επωάζει (μόνο το θηλυκό) για 27 -28 μέρες. Πολλά αβγά στην ίδια φωλιά δείχνουν ότι την ίδια φωλιά τη χρησιμοποιούν δύο θηλυκά. Οι νεοσσοί είναι έτοιμοι να πετάξουν μετά από 50 – 60 ημέρες. Το αρσενικό απομακρύνεται από το θηλυκό όταν αρχίζει η επώαση των αβγών και αναζητάει άλλο για να ξαναζευγαρώσει. Διαχειμάζει συνήθως κατά κοπάδια στη νότια Ευρώπη και βόρεια Αφρική σε ποικιλία υγροτόπων και στη θάλασσα.
Τροφή
Τρέφεται με μεγάλη ποικιλία φυτικών ειδών και ασπονδύλων που αναζητάει στα ρηχά βυθίζοντας το κεφάλι της κάτω από την επιφάνεια του νερού ή ψάχνοντας στην επιφάνεια. Την νύχτα βγαίνει στα υγρολίβαδα και τις καλλιέργειες για αναζήτηση βλάστησης και σπόρων.
Κυνήγι
Τα πουλιά εγκαταλείπουν την ασφάλεια της θάλασσας και των μεγάλων λιμνών για να βοσκήσουν στις καλλιέργειες το σούρουπο. Επιστρέφουν νωρίς το πρωί. Μόνο τις μέρες με άσχημο καιρό (αέρα και χιονόνερο) τριγυρνάει όλη τη μέρα. Αυτές τις «δύσκολες» μέρες περιμένουμε στα καρτέρια, συνήθως κοντά στο νερό. Χρειάζεται καλή κάλυψη, ζεστά ρούχα και μεγάλη υπομονή. Για το κυνήγι της συνιστώνται όπλα τσοκαρισμένα, ενώ τα φυσίγγια που θα χρησιμοποιηθούν πρέπει να είναι ενισχυμένης γόμωσης με σκάγια Νο 4 – 5.
2. Κιρκίρι – Anas crecca
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 34 – 38 cm
Άνοιγμα φτερών: 58 – 64 cm
Βάρος αρσενικού: 163 – 500 gr
Βάρος θηλυκού: 185 – 450 gr
Γνωρίσματα
Μια μικρή πάπια με μήκος 34 – 38 εκ. και άνοιγμα φτερούγων 58 – 64 εκ.
Αρσενικό: Έχει καστανό κεφάλι με μια ζωηρή πράσινη λωρίδα που ξεκινά γύρω από το μάτι και συνεχίζει πίσω μέχρι το λαιμό. Όταν κάθεται ή κολυμπάει φαίνεται στα πλάγια μια άσπρη γραμμή και μια κρεμ κηλίδα στο πίσω μέρος της κοιλιάς. Το κάτοπτρο έχει χρώμα μεταλλικό πράσινο και μαύρο. Κατά τη διάρκεια της πτήσης αναγνωρίζεται από την αξιοσημείωτη ταχύτητά της και το μικρό της μέγεθος.
Θηλυκό: Έχει σκούρο καστανοκιτρινωπό χρώμα στη ράχη και πιο ανοιχτόχρωμο στην κοιλιά, ενώ στα πλάγια του σώματος είναι ευδιάκριτο το πράσινο κάτοπτρο.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Αναπαράγεται στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη και Ασία, από τα μεσαία υψόμετρα της δυτικής Παλαιαρκτικής ως τη ζώνη της στέπας και τις κρύες παράκτιες τούνδρες ως τις άκρες της ερήμου. Η αναπαραγωγική περίοδος ξεκινάει από τα τέλη Μαρτίου (κεντρική Ευρώπη) ως μέσα Μαίου (Ρωσία) ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος και τις καιρικές συνθήκες. Προτιμά απομονωμένες μικρές λίμνες, λιμνοθάλασσες, ποταμάκια με χαμηλή ταχύτητα ροής του νερού αλλά και μεγάλα υγροτοπικά συστήματα και κοιλάδες με δασόβια βλάστηση. Οι υγρότοποι με αυξημένη βλάστηση προτιμούνται. Οι φωλιές κατασκευάζονται πάντα κοντά στο νερό, μερικές φορές και σε υψόμετρο μέχρι 2000 μ., ανάμεσα σε πυκνή βλάστηση αλλά και κάτω από χαμόκλαδα ή θάμνους. Η φωλιά αποτελείται από μια κοιλότητα στο έδαφος στρωμένη με βλάστηση και φτερά. Γεννά 8 – 11 αβγά τα οποία επωάζει , μόνο το θηλυκό, για 21 – 23 μέρες. Η εκκόλαψη είναι σύγχρονη και οι νεοσσοί είναι ικανοί να πετάξουν σε 25 – 30 μέρες, οπότε και ανεξαρτητοποιούνται. Είδος μεταναστευτικό μετακινείται μετά το τέλος της αναπαραγωγική περιόδου νοτιότερα στις εύκρατες ζώνες της Ευρώπης και Ασίας και στην βόρει και δυτική Αφρική για να ξεχειμωνιάσει. Ωστόσο μερικοί πληθυσμοί, όπως αυτοί της Γαλλίας, της Ολλανδίας και της Βρετανίας, μετακινούνται μόνο κατά την διάρκεια άσχημων καιρικών συνθηκών. Το χειμώνα συναντούμε πολύ μεγάλες συγκεντρώσεις πουλιών σε υγροτόπους κυρίως με γλυκό νερό, που εξασφαλίζουν κατά τη διάρκεια της μέρας θέσεις ξεκούρασης και κατά τη διάρκεια της νύχτας κατάλληλες, και σε λογική απόσταση, θέσεις τροφοληψίας. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχουν ρηχά νερά με λάσπη σε βάθος μερικών εκατοστών.
Τροφή
Είδος παμφάγο. Χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους για να τραφεί που εξαρτώνται από το ενδιαίτημα, την εποχή , την ώρα της ημέρας και το φύλο. Μπορεί να φιλτράρουν τη λάσπη περπατώντας στις όχθες λιμνών ή ποταμών, να κολυμπούν με το κεφάλι βυθισμένο μέσα στο νερό, να επιλέγουν τροφή από την επιφάνεια του νερού, να τρέφονται ανάμεσα στη βλάστηση των αγρών με φυτά και σπόρους, σπάνια δε να καταδύονται. Οι καθημερινές απαιτήσεις σε τροφή έχουν υπολογιστεί σε 20 -30 γρ.
Κυνήγι
Θεωρείται από πολλούς η νοστιμότερη πάπια. Το κυνήγι της είναι δύσκολο και απαιτεί πολύ καλά αντανακλαστικά και υπομονή. Στο καρτέρι πρωί και απόγευμα, κοντά στο νερό, την περιμένουμε καλά κρυμμένοι, κυρίως κατά τη διάρκεια άσχημων καιρικών συνθηκών. Στον κάμπο την αναζητούμε σε μικρά ποτάμια με αρκετή βλάστηση καθώς και στις όχθες μικρών λιμνών. Χρησιμοποιούμε φυσίγγια με σκάγια Νο 7 – 8, ενώ κάποιοι συστήνουν φυσίγγια διασποράς επειδή πλησιάζει σε μικρές αποστάσεις και πετά με πολύ μεγάλες ταχύτητες.
3. Σφυριχτάρι – Anas Penelope
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 45 – 51 cm
Άνοιγμα φτερών: 75 – 86 cm
Βάρος αρσενικού: 550 – 1090 gr
Βάρος θηλυκού: 505 – 910 gr
Γνωρίσματα
Αρσενικό: ασπρόμαυρη πίσω κοιλιακή χώρα, οξύληκτη ουρά, σώμα με γκριζωπό χρώμα, ροζέ στήθος, κοκκινοκαφέ κεφάλι με μια κίτρινη λωρίδα στο πάνω μέρος του κεφαλιού. Κατά την διάρκεια της πτήσης ξεχωρίζει από τη λευκή περιοχή στο πάνω και εμπρόσθιο τμήμα της φτερούγας και τη λευκή κοιλιά.
Θηλυκό: γκριζοκαφέ σώμα και κεφάλι που δίνει την εντύπωση ότι έχει στίγματα, μικρό ράμφος, μέτωπο που κατεβαίνει «απότομα». Κατά την πτήση διακρίνεται η λευκή του κοιλιά.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος μεταναστευτικό, μετακινείται μετά το τέλος της αναπαραγωγικής περιόδου νοτιότερα σε πιο ήπια κλίματα για να περάσει το χειμώνα. Ξεχειμωνιάζει στη νότια Ευρώπη , βόρεια Αφρική και νότια Ασία. Προτιμάει υγροτόπους κοντά στη θάλασσα σε συνδυασμό με πλημμυρισμένα λιβάδια και λιμνοθάλασσες με γλυκό ή υφάλμυρο νερό. Συγκεντρώνεται στις βόρειες και υποαρκτικές ζώνες, πολύ λιγότερο στις βόρειες εύκρατες περιοχές και σποραδικά στη ζώνη της στέπας. Προτιμάει λίμνες ή έλη με ρηχά, ανοιχτά, γλυκά νερά με αρκετή βλάστηση. Αποφεύγει τα ρέματα και τα ποτάμια με γρήγορη ροή αλλά μπορεί να αναπαραχθεί σε λίμνες και υγρότοπους με υφάλμυρο νερό.
Κατασκευάζει τη φωλιά στο έδαφος συχνά κοντά στο νερό. Η φωλιά αποτελείται από μικρή κοιλότητα στρωμένη με λίγη βλάστηση και φτερά που βγάζει από το σώμα του το θηλυκό. Γεννά 8 – 9 αβγά τα οποία επωάζονται από το θηλυκό για 24 – 25 ημέρες και εκκολάπτονται συγχρόνως. Οι νεοσσοί είναι ικανοί να πετάξουν σε 40 – 45 μέρες οπότε και ανεξαρτητοποιούνται.
Τροφή
Τρέφεται κυρίως με φυτικά τμήματα τα οποία αναζητά με βάδισμα στην ξηρά ή κολυμπώντας στην επιφάνεια του νερού . Μπορεί να τρέφεται τη μέρα ή και τη νύχτα ανάλογα με τις συνθήκες περιβάλλοντος και την ενόχληση που δέχεται.
Κυνήγι
Το κυνήγι του γίνεται με καρτέρι το σούρουπο ή την αυγή όταν μετακινείται προς ή από τις θέσεις τροφοληψίας. Ιδιαίτερα όταν ο καιρός είναι κρύος, ψιλοχιονίζει ή φυσάει βοριάς, οπότε δημιουργούνται μεγάλα κύματα, τότε τα πουλιά μετακινούνται από την θάλασσα σε εσωτερικούς υγροτόπους ή σε πλημμυρισμένα λιβάδια. Χρησιμοποιούνται κυρίως όπλα «τσοκαρισμένα». Τα φυσίγγια που χρησιμοποιούνται είναι συνήθως βαριάς γόμωσης με σκάγια Νο 5 – 6.
4. Χουλιαρόπαπια ή κουταλάς – Anas clypeata
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 44 – 52 cm
Άνοιγμα φτερών: 70 – 84 cm
Βάρος αρσενικού: 510 – 717 gr
Βάρος θηλυκού: 470 – 800 gr
Γνωρίσματα
Αρσενικό: Πράσινο κεφάλι με ράμφος σαν κουτάλι και μακρύ, λευκό στήθος, καστανή κηλίδα στην κοιλιά.
Θηλυκό: Καστανωπή με μακρύ ράμφος σαν κουτάλι.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στη βόρεια και κεντρική Ευρώπη και στη βόρεια Ασία ενώ διαχειμάζει στη νότια και δυτική Ευρώπη, βόρεια Αφρική και νότια Ασία.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος μεταναστευτικό. Αναπαράγεται σε μικρές ρηχές λίμνες με αναπτυγμένη βλάστηση , σε ρηχούς βάλτους και σε υγρολίβαδα. Το θηλυκό χτίζει τη φωλιά στο έδαφος, συνήθως κοντά στο νερό, και τη στρώνει με βλάστηση και πούπουλα που βγάζει από το σώμα του. Γεννάει μια φορά το χρόνο 9 -13 αβγά, χρώματος ανοιχτού κιτρινοπράσινου, τα οποία επωάζει (μόνο το θηλυκό) για 26 -27 μέρες. Τα αβγά εκκολάπτονται όλα συγχρόνως. Οι νεοσσοί είναι έτοιμοι να πετάξουν μετά από 40 – 45 ημέρες. Το αρσενικό μένει μαζί το θηλυκό κατά τη διάρκεια των πρώτων σταδίων της επώασης των αβγών. Διαχειμάζει στη νότια Ευρώπη και βόρεια Αφρική κυρίως σε υγροτόπους με γλυκό νερό.
Τροφή
Τρέφεται με έντομα και ασπόνδυλα καθώς και φυτικά είδη που αναζητά στα ρηχά βυθίζοντας το κεφάλι της κάτω από την επιφάνεια του νερού ή ψάχνοντας στην επιφάνεια.
Κυνήγι
Τις μέρες με άσχημο καιρό (αέρα και χιονόνερο) μετακινείται όλη τη μέρα. Τέτοιες μέρες περιμένουμε στα καρτέρια, συνήθως κοντά στο νερό. Για να έχουμε ικανοποιητικά αποτελέσματα χρειαζόμαστε καλή κάλυψη, ζεστά ρούχα και υπομονή. Για το κυνήγι της χρησιμοποιούμε συνήθως τσοκαρισμένα όπλα, ενώ τα φυσίγγια πρέπει να είναι βαριάς γόμωσης με σκάγια Νο 5 – 6.
Τη συναντάμε να τρέφεται σε έλη, λίμνες, και ποταμούς αλλά και σε λιμνοθάλασσες με χαμηλή αλατότητα.
5. Ψαλίδα – Anas acuta
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 51 – 66 cm
Άνοιγμα φτερών: 80 – 95 cm
Βάρος αρσενικού: 550 – 1300 gr
Βάρος θηλυκού: 450 – 1050 gr
Γνωρίσματα
Αρσενικό: Καφέ κεφάλι, λευκή λωρίδα στα πλάγια του λαιμού, λευκό στήθος, μυτερή ουρά.
Θηλυκό: Καστανωπή με ελαφρά σταχτύ μακρύ ράμφος και μυτερή ουρά.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη και στη βόρεια Ασία. Διαχειμάζει στη νότια Ευρώπη, βόρεια Αφρική, κεντρική και νότια Ασία.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Αναπαράγεται σε ρηχές λίμνες με γλυκό νερό με καλά αναπτυγμένη βλάστηση και σε βάλτους. Το θηλυκό χτίζει τη φωλιά στο έδαφος, συνήθως κοντά στο νερό και τη στρώνει με φύλλα, ξερά χόρτα και πούπουλα που βγάζει από το σώμα του. Γεννάει μια φορά το χρόνο 7 – 9 αβγά, χρώματος ανοιχτού κιτρινοπράσινου, τα οποία επωάζει (μόνο το θηλυκό) για 22 -24 μέρες. Τα αβγά εκκολάπτονται όλα συγχρόνως. Οι νεοσσοί είναι έτοιμοι να πετάξουν μετά από 40 – 45 ημέρες. Το αρσενικό εγκαταλείπει το θηλυκό αμέσως μετά τη γέννηση των αβγών. Είδος μεταναστευτικό. Διαχειμάζει κυρίως σε υγροτόπους κοντά στη θάλασσα.
Τροφή
Τρέφεται με μεγάλη ποικιλία φυτικών ειδών και ασπονδύλων που αναζητά στη λάσπη στα ρηχά, βυθίζοντας το κεφάλι της κάτω από την επιφάνεια του νερού. Τη νύχτα βγαίνει στα υγρολίβαδα και στις καλλιέργειες για αναζήτηση σπόρων.
Κυνήγι
Η ψαλίδα είναι από τις νοστιμότερες πάπιες. Τα πουλιά εγκαταλείπουν τη θάλασσα και τους παράκτιους υγροτόπους για να βοσκήσουν στις καλλιέργειες, το σούρουπο και επιστρέφουν νωρίς το πρωί. Μόνο τις μέρες με άσχημο καιρό (αέρα και χιονόνερο) κινούνται όλη τη μέρα. Αυτές τις μέρες περιμένουμε στα καρτέρια, συνήθως κοντά στα «γλυκά» νερά. Χρειάζεται καλή κάλυψη, ζεστά ρούχα και μεγάλη υπομονή. Συνιστώνται όπλα τσοκαρισμένα, ενώ τα φυσίγγια που χρησιμοποιούνται πρέπει να είναι βαριάς γόμωσης με σκάγια Νο 4 – 5.
6. Σαρσέλα – Anas querquedula
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 37 – 41 cm
Άνοιγμα φτερών: 60 – 63 cm
Βάρος αρσενικού: 250 – 600 gr
Βάρος θηλυκού: 250 – 550 gr
Γνωρίσματα
Αρσενικό: Έχει καφέ κεφάλι με μια λευκή λωρίδα πάνω και πίσω από το μάτι, καφέ στήθος και γκριζόλευκα φτερά των ώμων που πέφτουν προς τα κάτω. Κατά τη διάρκεια της πτήσης αναγνωρίζεται από το ανοιχτό γκρί χρώμα του μπροστινού μέρους των φτερών που έρχεται σε αντίθεση με το καφέ στήθος και την λευκή κοιλιά.
Θηλυκό: Έχει καστανοκιτρινωπό χρώμα στη ράχη και πολύ πιο ανοιχτόχρωμο στην κοιλιά ενώ στα πλάγια του σώματος το σκοτεινό κάτοπτρο δεν είναι ευδιάκριτο.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη και στην κεντρική Ασία. Διαχειμάζει στη βόρεια και δυτική Αφρική, ενώ λίγα πουλιά παραμένουν στη λεκάνη της Μεσογείου.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Αναπαράγεται σε ρηχούς βάλτους με γλυκό νερό και σε λίμνες που διαθέτουν αρκετή βλάστηση για κάλυψη. Οι φωλιές κατασκευάζονται στο έδαφος πάντα σχεδόν κοντά στο νερό μέσα σε πυκνή βλάστηση. Η φωλιά κατασκευάζεται από το θηλυκό και αποτελείται από μια κοιλότητα στο έδαφος στρωμένη με βλάστηση και πούπουλα. Γεννά μια φορά το χρόνο 7 – 9 αβγά χρώματος ελαφρού κιτρινοπράσινου, τα οποία επωάζει , μόνο το θηλυκό, για 21 – 23 μέρες. Η εκκόλαψη είναι σύγχρονη και οι νεοσσοί που φροντίζονται μόνο από το θηλυκό είναι ικανοί να πετάξουν σε 35 – 40 μέρες, οπότε και ανεξαρτητοποιούνται. Είδος μεταναστευτικό, μετακινείται μετά το τέλος της αναπαραγωγικής περιόδου νοτιότερα για να ξεχειμωνιάσει. Την άνοιξη παρατηρούνται μεγάλες συγκεντρώσεις πουλιών που μετακινούνται προς τους τόπους αναπαραγωγής. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχουν ρηχά νερά με λάσπη σε βάθος μερικών εκατοστών. Αντίθετα, κατά τη φθινοπωρινή μετανάστευση συναντούμε λίγα πουλιά.
Τροφή
Τρέφεται με έντομα, ασπόνδυλα και φυτικά μέρη, τα οποία συλλαμβάνει έχοντας το κεφάλι βυθισμένο ενώ κολυμπάει.
Κυνήγι
Από τότε που απαγορεύτηκε το κυνήγι κατά τον μήνα Μάρτιο οι ευκαιρίες να συναντήσουμε σαρσέλες δεν είναι πολλές. Τέλος Φεβρουαρίου περιμένουμε στο καρτέρι, πρωί και απόγευμα, κοντά στο νερό. Στον κάμπο την αναζητούμε σε μικρά ποτάμια με αρκετή βλάστηση καθώς και στις όχθες μικρών λιμνών. Χρησιμοποιούμε φυσίγγια με σκάγια Νο 7.
Καταδυτικές πάπιες
7. Κυνηγόπαπια ή Γκισάρι - Aythya ferina
ΔιαστάσειςΜήκος σώματος: 42 – 49 cm
Άνοιγμα φτερών: 72 – 82 cm
Βάρος αρσενικού: 725 – 1300 gr
Βάρος θηλυκού: 630 – 1120 gr
Γνωρίσματα
Αρσενικό: Καφεκόκκινο κεφάλι που έρχεται σε αντίθεση με το μαύρο στήθος και το ανοιχτό γκρίζο σώμα.
Θηλυκό: Καστανό κεφάλι και εμπρός μέρος του σώματος με μια σχετικά δυσδιάκριτη λευκή περιοχή στη βάση του ράμφους.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στην κεντρική και δυτική Ευρώπη και στην κεντρική Ασία. Ξεχειμωνιάζει στη νότια και δυτική Ευρώπη, βόρεια και ανατολική Αφρική και νότια και ανατολική Ασία.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος μεταναστευτικό. Αναπαράγεται σε μεγάλες λίμνες γλυκού νερού, με πυκνή βλάστηση στις όχθες και μικρά νησάκια που χρησιμοποιεί ως θέσεις φωλεοποίησης. Φωλιάζει στο έδαφος, κοντά στο νερό , μέσα σε πυκνή βλάστηση. Η φωλιά κατασκευάζεται από το θηλυκό και στρώνεται με βλάστηση και πούπουλα. Γεννάει μια φορά το χρόνο 8-10 αβγά χρώματος ανοιχτού πρασινωπού. Τα αβγά επωάζονται μόνο από το θηλυκό για 25 περίπου μέρες και εκκολάπτονται ταυτόχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται από το θηλυκό και είναι έτοιμοι να πετάξουν σε 50 -55 μέρες. Ξεχειμωνιάζει σε μεγάλα κοπάδια νότια και δυτικά από τις περιοχές αναπαραγωγής, σε ανοιχτά νερά ακόμα σε τεχνητές λίμνες και ταμιευτήρες.
Τροφή
Τρέφεται με υδρόβια φυτά, ασπόνδυλα, βατράχια, γυρίνους και μικρά ψάρια που αναζητά κάτω από το νερό, κάνοντας καταδύσεις στον πυθμένα των λιμνών. Μερικές φορές σκαλίζει με τα πόδια την λάσπη αναζητώντας ασπόνδυλα.
Κυνήγι
Εγκαταλείπουν σπάνια τη θάλασσα και τις βαθιές λίμνες γιατί εκεί, ως καταδυτικές πάπιες, αναζητούν την τροφή τους. Μπορούμε να τη κυνηγήσουμε με καρτέρι από την όχθη όπου θα περιμένουμε υπομονετικά να πλησιάσουν κάποια πουλιά. Τις περισσότερες φορές θα τα χτυπήσουμε μέσα στο νερό για αυτό είναι απαραίτητη η παρουσία θηραματοφόρου σκύλου που θα μπαίνει στα παγωμένα νερά. Χρειάζεται καλή κάλυψη, ζεστά ρούχα και μεγάλη υπομονή. Στη χώρα μας που απαγορεύεται το κυνήγι στους περισσότερους υγροτόπους είναι πολύ δύσκολο να την κυνηγήσουμε γιατί σπάνια βγαίνει στα χωράφια και τα ρηχά νερά. Για το κυνήγι της συνιστώνται όπλα τσοκαρισμένα, ενώ τα φυσίγγια που θα χρησιμοποιηθούν πρέπει να είναι ενισχυμένης γόμωσης με σκάγια Νο 5-6.
8. Τσικνόπαπια – Aythya fuligula
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 40 – 47 cm
Άνοιγμα φτερών: 67 – 73 cm
Βάρος αρσενικού: 400 – 1028 gr
Βάρος θηλυκού: 650 – 925 gr
Γνωρίσματα
Αρσενικό: Ασπρόμαυρη γενικά πάπια με μαύρο το πάνω μέρος του σώματος και του στήθους και σκοτεινόχρωμο κεφάλι με μια φούντα από φτερά που κρέμονται πίσω.
Θηλυκό: Καστανό με μια λευκή λωρίδα στη βάση του ράμφους και ατροφική φούντα από φτερά στο κεφάλι.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στην κεντρική, βόρεια και δυτική Ευρώπη και στη βόρεια και ανατολική Ασία. Ξεχειμωνιάζει στην νότια και δυτική Ευρώπη, βόρεια και ανατολική Αφρική και νότια και ανατολική Ασία.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος μεταναστευτικό. Αναπαράγεται σε ανοιχτές και βαθιές λίμνες γλυκού νερού, σε μικρές συγκεντρώσεις νερού χωρίς επιπλέουσα βλάστηση και σε ταμιευτήρες νερού. Φωλιάζει σε μικρά νησάκια στο έδαφος, κοντά στο νερό. Η φωλιά κατασκευάζεται από το θηλυκό και στρώνεται με βλάστηση και πούπουλα. Γεννάει μια φορά το χρόνο 8-11 αβγά χρώματος ανοιχτού πρασινογκρί . Τα αβγά επωάζονται μόνο από το θηλυκό για 25 περίπου μέρες και εκκολάπτονται ταυτόχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται από το θηλυκό και είναι έτοιμοι να πετάξουν σε 40 -45 μέρες. Ξεχειμωνιάζει σε μεγάλα κοπάδια νότια και δυτικά από τις περιοχές αναπαραγωγής, σε ανοιχτά νερά, σε τεχνητές λίμνες και ταμιευτήρες.
Τροφή
Τρέφεται με υδρόβια φυτά, ασπόνδυλα, βατράχια, γυρίνους και μικρά ψάρια που αναζητάει κάτω από το νερό, κάνοντας καταδύσεις στον πυθμένα των λιμνών. Οι νεοσσοί τρέφονται κυρίως με ασπόνδυλα και έντομα.
Κυνήγι
Εγκαταλείπουν σπάνια τη θάλασσα και τις βαθιές λίμνες γιατί εκεί, ως καταδυτικές πάπιες, αναζητούν την τροφή τους. Μπορούμε να τη κυνηγήσουμε με καρτέρι από την όχθη όπου θα περιμένουμε υπομονετικά να πλησιάσουν κάποια πουλιά. Τις περισσότερες φορές θα τα χτυπήσουμε μέσα στο νερό για αυτό είναι απαραίτητη η παρουσία θηραματοφόρου σκύλου που θα μπαίνει στα παγωμένα νερά. Χρειάζεται καλή κάλυψη, ζεστά ρούχα και μεγάλη υπομονή. Στη χώρα μας που απαγορεύεται το κυνήγι στους περισσότερους υγροτόπους είναι πολύ δύσκολο να την κυνηγήσουμε γιατί δεν βγαίνει στα χωράφια και τα ρηχά νερά. Για το κυνήγι της συνιστώνται όπλα τσοκαρισμένα, ενώ τα φυσίγγια που θα χρησιμοποιηθούν πρέπει να είναι ενισχυμένης γόμωσης με σκάγια Νο 5 – 6.
9. Ασπρομετωπόχηνα – Anser albifrons
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 60 – 73 cm
Άνοιγμα φτερών: 130 – 160 cm
Βάρος αρσενικού: 2.100- 2.500 gr
Βάρος θηλυκού: 1.900 – 2.200gr
Γνωρίσματα
Λευκή περιοχή γύρω από το ράμφος (μπροστά από το μάτι), έντονα σκούρες κηλίδες στην κοιλιά
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στη Ρωσική τούνδρα, στη Σιβηρία, απ΄ όπου και μας έρχεται το χειμώνα ακολουθώντας δύο διαφορετικούς διαδρόμους μετανάστευσης, που αποτελούν ταυτόχρονα και χώρους διαχείμανσης. Ο πρώτος διάδρομος διέρχεται από τον Εύξεινο Πόντο, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία και καταλήγει στη χώρα μας στο Δέλτα του Έβρου. Ο δεύτερος πιθανότατα οδηγεί τις χήνες μέσω της Ουγγαρίας στη βόρεια και βορειοδυτική Ελλάδα, προκειμένου για να βρουν ευνοϊκές συνθήκες διαβίωσης.
Είναι η πολυπληθέστερη αγριόχηνα στη χώρα μας κατά την ψυχρότερη περίοδο του έτους και παρουσιάζει τη μεγαλύτερη εξάπλωση. Περιστασιακή παρουσία της παρατηρείται και σε νότιες περιοχές, όπως το Δέλτα του Σπερχειού, η βορειοδυτική Πελοπόννησος και τα νησιά της Λήμνου και της Λέσβου. O αριθμός της συνολικά στην περιοχή της Μαύρης θάλασσας και ανατολικής Μεσογείου υπολογίζεται ότι ξεπερνά τα 250.000 άτομα.
Τροφή
Τρέφεται τόσο σε φυσικά λιβάδια, όσο και σε καλλιεργούμενες εκτάσεις με δημητριακά.
Κυνήγι
Την περιμένουμε σε βαρυχειμωνιές σε σημεία της διαδρομής της από τις θέσεις κουρνιάσματος στις θέσεις τροφοληψίας και αντίστροφα. Εντοπίζουμε τα χωράφια που βόσκει ακολουθώντας διαδρομές ανάμεσα σε καλλιέργειες και παρατηρώντας προσεκτικά με κυάλια. Στη συνέχεια και αφού κατασκευάσουμε προσεκτικά μια φυλάχτρα στο όριο των χωραφιών περιμένουμε υπομονετικά να φανεί. Χρησιμοποιούμε τσοκαρισμένα όπλα και φυσίγγια με βαριές γομώσεις και σκάγια Νο 1- 2. Αρκετοί χρησιμοποιούν 20βολα ή 28βολα γιατί οι αποστάσεις που την τουφεκούμε είναι αρκετά μεγάλες.
10. Φαλαρίδα – Fulica atra
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 36 – 38 cm
Άνοιγμα φτερών: 70 – 80 cm
Βάρος αρσενικού: 744 – 953 gr
Βάρος θηλυκού: 604 – 751 gr
Γνωρίσματα
Μαύρο σώμα με λευκή πλάκα (προέκταση του ράμφους) στο μέτωπο.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη, πλην της Σκανδιναβίας και τη βόρειας Ρωσίας, στην κεντρική και ανατολική Ασία, την Ινδία και την Αυστραλία. Διαχειμάζει στην Νότια και Δυτική Ευρώπη, την Ινδία και την Αυστραλία.
Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος μεταναστευτικό (κυρίως). Αναπαράγεται σε ανοιχτούς υγροτόπους, με πυκνή βλάστηση, στις όχθες και στα ποτάμια με παρόχθια βλάστηση. Φωλιάζει κυρίως σε καλαμιώνες και υπερασπίζεται έντονα την περιοχή γύρω από τη φωλιά του, χωρίς να ανέχεται την παρουσία άλλων ατόμων. Η φωλιά χτίζεται και από τα δύο φύλα και αποτελείται από μια μάζα νεκρής βλάστησης συσσωρευμένη ανάμεσα σε καλάμια. Γεννάει μια φορά το χρόνο 5 – 7 αβγά διάστικτα με σκοτεινού καφέ ή μαύρου χρώματος κηλίδες. Η επώαση γίνεται και από τα δύο φύλα και διαρκεί 21 – 24 ημέρες και η εκκόλαψη είναι ασύγχρονη. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και είναι ικανοί να πετάξουν μετά από 55 – 60 ημέρες. Ξεχειμωνιάζει νότια και δυτικά από τις περιοχές αναπαραγωγής, μετακινούμενο κατά κοπάδια. Οι πληθυσμοί που αναπαράγονται στην δυτική Ευρώπη είναι μόνιμοι όλο το χρόνο.
Τροφή
Τρέφεται κυρίως με υδρόβια βλάστηση και λιγότερο με υδρόβια έντομα και ασπόνδυλα. Χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους τροφοληψίας όπως η κατάδυση, η αναζήτηση τροφής στην όχθη ή η συλλογή τροφής από την επιφάνεια του νερού.
Κυνήγι
Χωρίς να έχει ιδιαίτερη θηρευτική αξία, κυνηγιέται παραδοσιακά σε υγροτόπους της νότιας και δυτικής Ελλάδας. Την κυνηγάμε με καρτέρι από την όχθη. Παλαιότερα χρησιμοποιούνταν ειδικές βάρκες (πλάβες) χωρίς μηχανές, μακρύκανα όπλα και φυσίγγια με ενισχυμένη γόμωση και σκάγια Νο 5 – 6.
ΠΑΡΥΔΑΤΙΑ
1. Μπεκατσίνι – Gallinago gallinago
Γνωρίσματα
Μακρύ ράμφος, μεγαλύτερο από το διπλάσιο μήκος του κεφαλιού του. Σκοτεινές λωρίδες, παράλληλες με το ράμφος, στο πάνω και πλάγιο μέρος του κεφαλιού.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται στη βόρεια και δυτική Ευρώπη και τη βόρεια και κεντρική Ασία. Διαχειμάζει στη νότια και δυτική Ευρώπη τη νότια και ανατολική Ασία και τη βόρεια και κεντρική Αφρική.
Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος κυρίως μεταναστευτικό, ενώ υπάρχουν και κάποιοι μόνιμοι πληθυσμοί. Αναπαράγεται σε μεγάλη ποικιλία ενδιαιτημάτων, που χαρακτηρίζονται από υψηλή υγρασία εδάφους. Φωλιάζει στο έδαφος σε φωλιά που κατασκευάζει το θηλυκό και αποτελείται από μια κοιλότητα στρωμένη με βλάστηση. Γεννάει μια φορά το χρόνο 3 – 5 αβγά χρώματος ανοιχτού καφέ ως ελαιοπράσινου με σκοτεινές καφέ κηλίδες. Η επώαση γίνεται από το θηλυκό, διαρκεί 18 – 20 ημέρες και η εκκόλαψη είναι σύγχρονη. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς, οι οποίοι τους χωρίζουν σε δύο ομάδες και ο καθένας αναλαμβάνει τη φροντίδα μιας ομάδας.
Ξεχειμωνιάζει σε παρόμοια ενδιαιτήματα με αυτά που αναπαράγεται. Εγκαταλείπει τα υγρολίβαδα και τους βάλτους μόλις παγώσουν.
Τροφή
Τρέφεται κυρίως με υδρόβια έντομα και ασπόνδυλα τα οποία συλλαμβάνει βυθίζοντας το ράμφος του στη λάσπη. Αυτό το κάνει άλλοτε περπατώντας και άλλοτε από θέση στάσης βυθίζοντας το ράμφος διαδοχικά σε διάφορα σημεία σε ένα ημικύκλιο τριγύρω του.
Κυνήγι
Το συναντάμε σε υγρολίβαδα, ρυζοχώραφα, ρηχούς βάλτους και όχθες λιμνών. Το αναζητούμε είτε με σκύλο δείκτη, είτε περπατώντας μόνοι μας σε περιοχές όπου υπάρχει στάσιμο νερό, με μικρό βάθος και βλάστηση. Από τις καιρικές συνθήκες εξαρτάται αν θα ανεχθεί την παρουσία μας ή θα πετάξει από μεγάλη απόσταση. Επειδή η πτήση του γίνεται με ελιγμούς και είναι ταχύτατη απαιτείται μεγάλη ικανότητα στη σκόπευση. Χρησιμοποιούμε φυσίγγια με μεγάλες ταχύτητες και σκάγια Νο 8 – 9.
2. Νερόκοτα - Νεροπουλάδα – Gallinula chloropous
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 29 – 35 cm
Άνοιγμα φτερών: 50 – 55 cm
Βάρος αρσενικού: 249 – 453 gr
Βάρος θηλυκού: 192 – 375 gr
Γνωρίσματα
Σκούρο γενικά σώμα με χαρακτηριστική λευκή λωρίδα στο πλάϊ και έντονη αντίθεση άσπρου – μαύρου στην κάτω επιφάνεια της ουράς, που διακρίνεται έντονα όταν κολυμπά.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη, πλην της Σκανδιναβίας και τη βόρειας Ρωσίας, στην κεντρική και ανατολική Ασία, την Ινδία και την Αυστραλία. Διαχειμάζει στην Νότια και Δυτική Ευρώπη, στην Ινδία και την Αυστραλία.
Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Είδος που δεν μεταναστεύει, εκτός από κάποια πουλιά της ανατολικής Ευρώπης και της βόρειας Παλαιαρκτικής. Αναπαράγεται σχεδόν σε όλους τους υγροτόπους της χώρας μας, αλλά προτιμά ποτάμια και λίμνες με πυκνή παρόχθια βλάστηση και απότομες κλίσεις στις όχθες. Η φωλιά χτίζεται και από τα δύο φύλα και αποτελείται από οποιοδήποτε διαθέσιμο υλικό, είναι δε καλά κρυμμένη στο έδαφος, κάτω από πυκνή βλάστηση, κοντά στο νερό. Μερικές φορές φτιάχνει πλωτές εξέδρες που στηρίζονται σε κλαδιά δέντρων ή θάμνων που ακουμπούν στο νερό. Το αρσενικό κουβαλάει τα υλικά και το θηλυκό τη χτίζει. Γεννάει 1 – 2 φορές το χρόνο 5 – 11 αβγά διάστικτα με σκοτεινού καφέ ή μαύρου χρώματος κηλίδες. Η επώαση γίνεται και από τα δύο φύλα και διαρκεί 19 – 22 ημέρες, ενώ η εκκόλαψη είναι ασύγχρονη. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς, πολλές φορές παράλληλα με τα μικρά της πρώτης γέννας, και είναι ικανοί να πετάξουν μετά από 40 – 50 ημέρες.
Τροφή
Είναι είδος παμφάγο. Η ποσότητα των φυτικών και ζωϊκών ειδών της διατροφής του εξαρτάται από την εποχή και τον υγρότοπο που ζει. Τρέφεται κυρίως στην επιφάνεια του νερού και του εδάφους ή βυθίζοντας το κεφάλι της μέσα στο νερό. Σπάνια αναζητά την τροφή της κάνοντας καταδύσεις.
Κυνήγι
Δεν αποτελεί ιδιαίτερα δημοφιλές θήραμα. Την αναζητούμε με σκύλο σε ρέματα, καλαμώνες και ρηχούς υγροτόπους. Φυσίγγια νο. 7-9.
3. Καλημάνα – Vanellus vanellus
ΔιαστάσειςΜήκος σώματος: 28 – 31 cm
Άνοιγμα φτερών: 67 – 72 cm
Βάρος : 150 – 310 gr
Γνωρίσματα
Ασπρόμαυρο πουλί στο μέγεθος του περιστεριού, φέρει ανασηκωμένο λοφίο στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Κατά τη διάρκεια πτήσης τα φτερά φαίνονται μεγάλα και στρογγυλεμένα στις άκρες.
Γεωγραφική εξάπλωση
Κοινό είδος στην Ευρώπη και την Ασία. Επιδημητικό στη Δυτική και Νότια Ευρώπη, ενώ οι πληθυσμοί την Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης μεταναστεύουν νοτιότερα το χειμώνα.
Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Τη συναντάμε σε αγροτικές περιοχές, σε υγρολίβαδα και σε λασπώδεις περιοχές. Φωλιάζει στο έδαφος σε κοιλότητα που κατασκευάζει και στρώνει με βλάστηση. Γεννάει μια φορά το χρόνο 2 – 5 αβγά που επωάζουν και τα δύο φύλα για 24 – 34 ημέρες.
Τροφή
Τρέφεται με έντομα και σκουλήκια που συλλέγει από την επιφάνεια του εδάφους.
Κυνήγι
Την περιμένουμε υπομονετικά στις περιοχές που γνωρίζουμε ότι αναζητάει την τροφή της (υγρολίβαδα, λασπώδεις περιοχές στις όχθες λιμνών κ.λπ). Σε άλλες χώρες τις Ευρώπης επιτρέπεται η χρησιμοποίηση τόσο τεχνητών ομοιωμάτων όσο και ζωντανών πουλιών για την προσέλκυση των κοπαδιών στα καρτέρια. Χρησιμοποιούμε τσοκαρισμένα όπλα και φυσίγγια Νο 6-8.
ΚΟΡΑΚΟΕΙΔΗ
1. Σταχτοκουρούνα – Corvus corone cornix
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 44-51 cm
Άνοιγμα φτερών: 84 – 100 cm
Βάρος: 75 – 90 grΓνωρίσματα
Σταχτύ πουλί με μαύρο κεφάλι, μαύρο λαιμό και φτερά. Τα δύο φύλα είναι όμοια.Γεωγραφική εξάπλωση
Ζει στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη και στη δυτική Ασία. Είδος επιδημητικό.Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Ζει σε μεγάλη ποικιλία ενδιαιτημάτων, όπου υπάρχουν ψηλά δέντρα. Μετακινείται σε ανοιχτές περιοχές για αναζήτηση τροφής. Φωλιάζει σε ψηλά δέντρα, βράχια, κτίρια αλλά και θάμνους. Όπου δεν υπάρχουν διαθέσιμα δέντρα φωλιάζει στο έδαφος. Γεννάει μια φορά το χρόνο 4 έως 6 αβγά που επωάζονται από το θηλυκό για 17 – 21 ημέρες.Τροφή
Τρέφεται με ποικιλία τροφής που συλλέγει από τα δέντρα, τους θάμνους αλλά και από το έδαφος. Συχνά τρέφεται με πτώματα και υπολείμματα τροφών.Κυνήγι
Την κυνηγάμε με καρτέρι σε σημεία της διαδρομής της από τις θέσεις κουρνιάσματος προς τις θέσεις τροφοληψίας. Συνιίσταται η χρήση φυσίιγιίων νο. 5-7 ανάλογα με την απόσταση.2. Κάργια – Corvus monedula
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 34 – 39 cm
Άνοιγμα φτερών: 51 -55 cm
Βάρος αρσενικού: 220 – 260 gr
Βάρος θηλυκού: 204 – 240 grΓνωρίσματα
Στο μεγαλύτερο μέρος του πτερώματος κυριαρχεί το γυαλιστερό μαύρο. Τα μάγουλα, ο αυχένας και ο λαιμός είναι ανοιχτά γκρι προς γκρι-ασημί, ενώ η κάτω επιφάνεια είναι γκρι στο χρώμα του σχιστόλιθου (slate grey). Τα πόδια είναι μαύρα, όπως και το ράμφος.
Χαρακτηριστικό είναι το χρώμα της ίριδας του ματιού της κάργιας που είναι έντονα ανοιχτού χρώματος (ανοιχτό γαλάζιο ως γαλαζόλευκο).Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται με λίγες εξαιρέσεις σε όλη την Ευρώπη και στην ανατολική Ασία ως τη λίμνη Βαϊκάλη.Οι βόρειοι πληθυσμοί μεταναστεύουν νοτιότερα για διαχείμαση.Ενδιαίτημα – Αναπαραγωγή
Κατά την αναπαραγωγική περίοδο, τα ενδιαιτήματα του είδους εξαρτώνται άμεσα από την παροχή τροφής και τις πιθανές θέσεις φωλιάσματος. Επειδή, οι κάργιες στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στην παρουσία κοιλοτήτων στο βιότοπό τους, αναζητούν παλαιά δάση με δένδρα γεμάτα τρύπες από δρυοκολάπτες, ή τρύπες σε βράχους και σε κτήρια. Λατομεία, ογκόλιθοι, παλαιοί οικισμοί, μεσαιωνικές εκκλησίες και πάρκα με μεγάλα, παλιά δέντρα χρησιμοποιούνται συχνά, που άλλωστε χρησιμεύουν και ως θέσεις κουρνιάσματος. Στη μη αναπαραγωγική περίοδο, συχνάζουν σε δασώδεις στέπες, λιβάδια, καλλιεργούμενες εκτάσεις, παράκτια βράχια, και στις πόλεις.Η κάργια είναι σχετικά ανθεκτική σε σκληρές καιρικές συνθήκες, αλλά τείνει να αποφεύγει τις ακραίες θερμοκρασίες. Απαντά περισσότερο σε πεδινές περιοχές, κατά κανόνα κάτω από τα 500 μέτρα. Στην Ελλάδα, σε ανοικτές καλλιεργούμενες περιοχές με διάσπαρτα βράχια και μεγάλα δένδρα, παράκτιες περιοχές, πόλεις, χωριά και, τοποθεσίες γύρω από πύργους και παλαιά κτίσματα, λιβάδια, πάρκα, κήπους και αλσύλλια.Η περίοδος αναπαραγωγής αρχίζει στα τέλη Απριλίου και η ωοτοκία πραγματοποιείται άπαξ. Η γέννα αποτελείται από 4-6, κάποιες φορές από 2-9 αυγά, με την εναπόθεσή τους να γίνεται μέρα παρά μέρα. Η επώαση αρχίζει με την εναπόθεση του πρώτου αυγού και, πραγματοποιείται μόνον από το θηλυκό για 17-18 ημέρες, ενώ το αρσενικό εφοδιάζει με τροφή. Οι νεοσσοί είναι φωλεόφιλοι και, εξαρτώνται πλήρως από τους ενήλικες για τη διατροφή τους. Αφήνουν τη φωλιά τους στις 28-32 ημέρες, ενώ είναι ικανοί προς πτήση στις 35-36 ημέρες. Στην Ελλάδα, οι κάργιες φωλιάζουν σε όλη τη χώρα ως επιδημητικά πτηνά, αλλά απαντούν και ως μερικώς αποδημητικά.
Τροφή
Είναι είδος παμφάγο. Η αναζήτηση τροφής λαμβάνει χώρα ως επί το πλείστον στο έδαφος, σε ανοικτούς χώρους και σε μικρότερο βαθμό στα δέντρα. Οι κάργιες επισκέπτονται επίσης σκουπιδότοπους, κάδους, δημοσίους δρόμους, αυλές σχολείων και κήπους, όταν επικρατεί ησυχία και απουσιάζουν οι άνθρωποι. Η κάργια διατηρεί εύρωστους πληθυσμούς, και θεωρείται κοινό πτηνό. Η πληθυσμιακή της αφθονία οφείλεται στη μεγάλη ευελιξία της να τρέφεται με παντός είδους τροφή, ζωική ή φυτική (παμφάγο), ανάλογα με την περίσταση. Tρέφεται κυρίως με μικρά ασπόνδυλα έως 18 χιλιοστά σε μήκος, που βρίσκονται πάνω στο έδαφος, συμπεριλαμβανομένων διαφόρων σκαθαριών. Επίσης καταναλώνει μικρά τρωκτικά, αυγά και νεοσσούς πουλιών. Η διατροφή της κατά μέσο όρο, αποτελείται από 84% φυτικό υλικό εκτός αναπαραγωγικής περιόδου.Κυνήγι
Παλαιότερα τα κορακοειδή χαρακτηρίζονταν επιβλαβή και η θήρα τους επιδοτούνταν. Σήμερα, αν και επιτρέπεται η θήρα της κάργιας χωρίς όριο κάρπωσης, στην πράξη ελάχιστοι κυνηγοί βγαίνουν για κάργιες και πάλι, ελάχιστες μέρες της κυνηγετικής περιόδου. Το κυνήγι της γίνεται με καρτέρι στις κούρνιες, και τα περάσματα στα καθημερινά δρομολόγια τους από την κούρνια στις θέσεις τροφοληψίας και αντίστροφα. Ανάλογα με τις αποστάσεις συνίσταται η χρήση μεσαίων τσοκ και φυσίγγια με σκάγια νο. 7-8.3. Καρακάξα – Pica Pica
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 46 cm
Βάρος: 200 – 250 gr
Γνωρίσματα
Ασπρόμαυρο πουλί με μακριά μαυροπράσινη ουρά.
Γεωγραφική εξάπλωση
Είδος που εξαπλώνεται στην Ευρώπη, την Ασία, τη βόρεια Αφρική και τη Βόρεια Αμερική. Επιδημητικό είδος στη χώρα μας.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Προτιμάει τις ανοικτές εκτάσεις με διάσπαρτα δέντρα και τις άκρες των δασικών εκτάσεων. Συχνά τη συναντάμε κοντά σε δρόμους και σκουπιδότοπους. Φωλιάζει σε δέντρα, ενώ συχνά χρησιμοποιεί και κτίρια. Η φωλιά της αποτελείται από κλαδιά με τα οποία σχηματίζει και υποτυπώδη σκεπή. Γεννάει μια φορά το χρόνο 5 – 8 αβγά που επωάζει το θηλυκό για 17 – 18 ημέρες.
Τροφή
Τρέφεται με έντομα (κυρίως το καλοκαίρι), με πτώματα, με υπολείμματα σκουπιδιών, με αβγά ή με νεαρά άτομα άλλων ειδών πτηνοπανίδας κ.λπ.
Κυνήγι
Την κυνηγάμε με καρτέρι κοντά στις θέσεις που συνηθίζει να κουρνιάζει. Οι καρακάξες μιας περιοχής κουρνιάζουν σε συγκεκριμένα δέντρα και κάθε απόγευμα έως το σούρουπο ακολουθούν πάντα την ίδια διαδρομή. Ανάλογα με τις αποστάσεις συνίσταται η χρήση μεσαίων τσοκ και φυσίγγια με σκάγια νο. 7-8.
Ψαρόνι – Sturnus vulagaris
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 37 – 42 cm
Άνοιγμα φτερών: 32 – 37 cm
Βάρος αρσενικού: 45 – 108 gr
Βάρος θηλυκού: 41 – 101 grΓνωρίσματα
Σκοτεινόχρωμο πουλί του οποίου το πτέρωμα έχει πολλές μικρές λευκές κηλίδες και ιριδίζει.Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη, πλην της Σκανδιναβίας, και στην ανατολική και νότια Ασία. Διαχειμάζει στη βόρεια και κεντρική Αφρική και στην Ινδία.Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Είδος αποδημητικό με πληθυσμούς που δεν μεταναστεύουν (νότιο δυτική Ευρώπη). Αναπαράγεται σε μια μεγάλη ποικιλία ενδιαιτημάτων που περιλαμβάνουν αγροτικές καλλιέργειες, κήπους, πάρκα, δασύλια, ενώ φαίνεται ότι προτιμά να μένει κοντά σε αγροικίες αλλά και σε σπίτια και πολυκατοικίες μέσα στην πόλη. Φωλιάζει σε κοιλότητες δέντρων, σε κτίρια, σε ορθοπλαγιές. Η φωλιά στρώνεται με χόρτα, φύλλα και πούπουλα και κατασκευάζεται και από τα δύο φύλα. Γεννάει 1 – 2 φορές το χρόνο 5 – 7 αβγά χρώματος ανοιχτού γαλάζιου τα οποία επωάζουν και τα δύο φύλα για 12 – 15 μέρες. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και είναι ικανοί να πετάξουν σε ηλικία 20 – 22 ημερών.Για να ξεχειμωνιάσει μεταναστεύει, το φθινόπωρο, σχηματίζοντας τεράστια κοπάδια, νότια και δυτικά από τις περιοχές αναπαραγωγής. Το συναντάμε σε αγροτικές καλλιέργειες αλλά και κοντά σε στάβλους.
Τροφή
Τρέφεται με ασπόνδυλα και έντομα που συλλέγει από την επιφάνεια του εδάφους, αλλά και με καρπούς κυρίως το καλοκαίρι και το φθινόπωρο.Κυνήγι
Κυνηγιέται, με καρτέρι. Τα κοπάδια των ψαρονιών μπορούν να αριθμούν χιλιάδες άτομα και είναι από τα λίγα θηράματα στο κυνήγι των οποίων μπορεί κανείς με μία τουφεκιά να πάρει πολλά μαζί. Φυσίγγια νο. 9-10Σταρήθρα – Alauda arvensis
Διαστάσεις
Μήκος σώματος: 18 -19 cm
Άνοιγμα φτερών: 30 –36 cm
Βάρος αρσενικού: 28 – 54 gr
Βάρος θηλυκού: 22 – 47 gr
Γνωρίσματα
Καστανόξανθο πουλί, μικρό σε μέγεθος, με άσπρη κοιλιά και διάστικτο στήθος. Στα πλάγια της ουράς ξεχωρίζουν λευκά φτερά και το τελείωμα των φτερών είναι λευκό και είναι ιδιαίτερα ορατό κατά την πτήση. Στη χώρα μας παρατηρείται κυρίως το χειμώνα.
Γεωγραφική εξάπλωση
Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη και στη βόρεια και ανατολική Ασία έως την Ιαπωνία.
Ενδιαίτημα – αναπαραγωγή
Αν και είδος αποδημητικό, σε μερικές περιοχές λίγα άτομα απαντούν όλο το χρόνο. Στην χώρα μας φωλιάζουν λίγα σχετικά ζευγάρια, ενώ το χειμώνα εμφανίζονται σε μεγάλους αριθμούς.
Φωλιάζει στο έδαφος κάτω από θάμνους ή πυκνά αγριόχορτα σε μια κοιλότητα του εδάφους στρωμένη με ξερά χόρτα. Η φωλιά κατασκευάζεται και από τα δύο φύλα και την προσέχει κυρίως το θηλυκό. Γεννάει 1- 2 φορές το χρόνο από 2 – 8 αβγά χρώματος λευκωπού ως ανοιχτού λαδί με κηλίδες, που επωάζονται για 11 – 15 ημέρες και εκκολάπτονται ταυτόχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και είναι ικανοί να πετάξουν σε ηλικία 10 – 13 ημερών.
Τροφή
Συλλέγει την τροφή του από την επιφάνεια του εδάφους, την παρεδάφια βλάστηση και τα χαμηλά κλαδιά των θάμνων. Πετάει κυκλικά πάνω από την περιοχή που έχει διαλέξει για να αναζητήσει την τροφή του και σχηματίζει κοπάδια 10 – 100 ατόμων. Τρέφεται με ασπόνδυλα (σκουλήκια, σαλιγκάρια κ.λ.π.), έντομα και σπόρους.
Κυνήγι
Το κυνήγι της σιταρήθρας ασκείται από λίγους, σχετικά, κυνηγούς και γίνεται με καρτέρι, όλη τη μέρα, κυρίως στα οργωμένα χωράφια το φθινόπωρο. Χρησιμοποιούμε φυσίγγια με ελαφριές γομώσεις και σκάγια Νο 9 -10.