Κυριακή, 27 Νοέμβριος 2011
Τα ΜΙΝΚ εκτροφείων και τα προβλήματα στην άγρια πανίδα

-
MINΚ
δημοσιεύτηκε στον ΠΑΝΘΗΡΑ, τα πάντα περί θήρας του 2006
Στη χώρα μας εισάγονται 2 εκατομμύρια δέρματα γουνοφόρων ζώων, σχεδόν το 10% της παγκόσμιας παραγωγής, με κόστος 75 εκατομμυρίων ευρώ κατ’ έτος. Οι χώρες προέλευσης είναι η Φινλανδία, η Δανία, ο Καναδάς, οι Η.Π.Α. και η Ρωσία. Στην Ελλάδα παράγονται μόλις 30 χιλιάδες δέρματα, ενώ η παγκόσμια παραγωγή ανέρχεται σε 24 εκατομμύρια. Παρά την πενιχρή εγχώρια παραγωγή δερμάτων, οι ελληνικές εξαγωγές έτοιμων προϊόντων γούνας προς τρίτες χώρες έφτασαν κατά το 2004 τα 200 εκατομμύρια ευρώ.
Η Καστοριά και η Σιάτιστα συναποτελούν το μοναδικό κέντρο επεξεργασίας γούνας στην Ευρώπη. Όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται, πρόκειται, επίσης, για δύο πόλεις που πλήττονται ιδιαίτερα από την ανεργία, όπως άλλωστε και η ευρύτερη περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας. Στις υφιστάμενες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, προβάλλει ως αδιαμφισβήτητη αναγκαιότητα η αύξηση της εγχώριας παραγωγής γουνοφόρων δερμάτων και, συνακόλουθα, η καθετοποίηση του κλάδου της ελληνικής γουνοποιίας (παραγωγή, μεταποίηση, προβολή, προώθηση, διακίνηση). Επίσης, η εξοικονόμηση των 75 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία διατίθενται για ετήσιες εισαγωγές δερμάτων, δεν πρέπει να θεωρηθεί καθόλου αμελητέα. Με αυτούς τους προβληματισμούς, συντάχθηκε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα συγχρηματοδότησης, μέσω του Ευρωπαϊκού Προγράμματος LEADER II, το οποίο αποσκοπεί στη δημιουργία νέων και στην επέκταση παλαιότερων εκτροφείων γουνοφόρων ζώων. Το πρώτο εκτροφείο εγκαταστάθηκε στη χώρα μας το 1965. Μόνο κατά το 2005 ιδρύθηκαν 10 νέες μονάδες εκτροφής, η λειτουργία των οποίων ανέβασε τον αριθμό των γουνοφόρων ζώων από 75.000, που ήταν μέχρι τότε, σε 150.000 για το 2006. Η παραγωγή-εκτροφή γουνοφόρων ζώων αφορά, σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα, το είδος μίνκ (Mustela vison).
Kingdom: Animalia, Phylum: Chordata, Class: Mammalia, Order: Carnivora, Family: Mustelidae, Genus: Mustela
Μεγέθη : Μήκος σώματος: Αρσενικά: από 34 έως 55 εκατοστά,
Θηλυκά: από 30 έως 45 εκατοστά,
Μήκος ουράς: Αρσενικά: από 15 έως 21 εκατοστά,
Θηλυκά: από 14 έως 20 εκατοστά,
Βάρος αρσενικών και θηλυκών: από 500 έως 1.500 γραμμάρια,
Γεωγραφική κατανομή: Ιθαγενές της Βόρειας Αμερικής.
Χώρες με γνωστή παρουσία: Αργεντινή, Χιλή, Νορβηγία, Σουηδία, Δανία, Γερμανία, Πολωνία, Εσθονία, Λευκορωσία, Λιθουανία, Ρωσική Ομοσπονδία, Φινλανδία, Πορτογαλία, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Ολλανδία, Αγγλία, Σκοτία, Ουαλία, Ιρλανδία, Ισλανδία, Νησιά Σκώτ του Καναδά, Νήσος Μόντακιου των Η.Π.Α.
Περιγραφή: Τα μίνκ έχουν λεπτό σώμα και η ουρά τους έχει μήκος ίσο περίπου με το 1/3 του σώματός τους. Το χρώμα της πυκνής και γυαλιστερής γούνας τους διαφέρει από άτομο σε άτομο αλλά γενικά είναι σκούρα καφέ ή μαύρη και τον χειμώνα σκουραίνει ακόμη περισσότερο (Macdonald & Strachan 1999). Σύμφωνα με το Ελληνικό Κέντρο Γούνας στην Καστοριά, η μεγάλη ηλιοφάνεια της περιοχής μας σε σχέση με τις βόρειες χώρες παραγωγούς έχει ευεργετικά αποτελέσματα στην ποιότητά της.
Ενδιαίτημα: Ζει μοναχικά, όπου υπάρχει νερό (τρεχούμενο ή στάσιμο) και σχετικά υψηλή βλάστηση. Δηλαδή, σε δάση, ποτάμια, ρυάκια με τρεχούμενο νερό, λίμνες, έστω και πολύ μικρές, λιμνοθάλασσες, ακτές κ.λ.π. Η φωλιά του μπορεί να είναι υπόγεια, με πολλά λαγούμια ή να βρίσκεται σε κοιλότητες βράχων, σε παλιούς κατακείμενους κορμούς μεγάλων δένδρων, στις κουφάλες και στις ρίζες δένδρων. Συνήθως, όμως, δεν απέχει περισσότερο από 10 μέτρα από το νερό. Σε σπάνιες περιπτώσεις το μινκ φτιάχνει τη φωλιά του σε κατοικημένες περιοχές, σε παλιά μισοκατεστραμμένα σπίτια. Το εύρος των αποστάσεων γύρω από τη φωλιά του, που καλύπτει προς αναζήτηση τροφής ποικίλει από 1 έως 6 χιλιόμετρα, ανάλογα με το πόσο πλούσιο ή φτωχό είναι το ενδιαίτημα. Τα αρσενικά καλύπτουν πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις κατά την περίοδο της αναπαραγωγής (Macdonald et al.).
Βιολογία: Αυτό το ημιυδρόβιο είδος είναι ένας πολυμήχανος θηρευτής. Τρέφεται με τα πάντα, ανάλογα με την εποχή και το ενδιαίτημα : με λαγούς, κουνέλια, τυφλοπόντικες, βατράχια, ψάρια, πουλιά, κυρίως με αυτά που φωλεοποιούν στο έδαφος. Οι διατροφικές του ανάγκες μπορεί, επίσης, να καλύπτονται από φρούτα, ρίζες, βολβούς, μέλι και, σε σπάνιες περιπτώσεις, με μεγαλύτερα θηλαστικά, όπως νεογέννητα κατσίκια, αρνιά, ζαρκάδια κ.λ.π.
Είναι ζώο δραστήριο επί 24 ώρες το 24ώρο, με κορύφωση το δειλινό και όλη τη νύχτα. Είναι ζώο μοναχικό αλλά μπορεί να διαβιώσει κοντά στον άνθρωπο, σε αντίθεση με το ιθαγενές στη χώρα μας συγγενικό είδος ακτίς η δενδροδίαιτος ή καθαροκούναβο (Mustela Martes). Δεν είναι μονογαμικό, έχει περιοχή επικράτειας αλλά εκείνη των αρσενικών περιλαμβάνει και την περιοχή κάποιων θηλυκών. Ζευγαρώνει μια φορά το έτος, μεταξύ Φεβρουαρίου και Απριλίου. Η κύηση διαρκεί από 39 έως 76 ημέρες (Μήτρα δισχιδή). Κατά την περίοδο αυτή, τα αρσενικά αυξάνουν την ακτίνα δράσης τους. Μεταξύ Απριλίου και Μαΐου, το θηλυκό γεννά από 1 έως 12 τυφλά νεογνά, τα οποία θηλάζουν για 6 έως 8 εβδομάδες και σε 13 έως 14 εβδομάδες ανεξαρτητοποιούνται (Dunstone & Ireland 1989). Σε εκτροφεία έχουν αναφερθεί γέννες μέχρι και 17 νεογνών. Τα γεννητικά όργανα των αρσενικών ωριμάζουν στην ηλικία των 18 μηνών, ενώ των θηλυκών στους 12 μήνες. Το προσδόκιμο ζωής είναι τα 5 έτη ( Macdonald et al. 2002) και το μέγιστο φτάνει τα 10 έτη (Kurta 1995). Υβριδισμός με ιθαγενή συγγενικά είδη δεν έχει παρατηρηθεί σε καμία χώρα, προφανώς λόγω ανταγωνισμού.
Γενικές επιπτώσεις από τη διαφυγή τους : Πρόκειται για έναν αδηφάγο αιμοβόρο κυνηγό, ο οποίος σκοτώνει οτιδήποτε αντιληφθεί να κινείται στην περιοχή του. Ανάλογα με το είδος τροφής που του προσφέρει το εκάστοτε ενδιαίτημά του, προκαλεί μείωση πληθυσμών μέχρι αφανισμού. Αυτό παρατηρήθηκε σε όλες τις χώρες στις οποίες εισέβαλλε κατά καιρούς. Στις χώρες που βρέχονται από τη Βαλτική θάλασσα έχει προκαλέσει την καταστροφή ολόκληρων αποικιών με θαλασσοπούλια, δεδομένου ότι σκοτώνει περισσότερα πουλιά από όσα χρειάζεται για την κάλυψη των ενεργειακών του αναγκών και τα αποθηκεύει, όπως κάνουν όλα τα τρωκτικά (Kruuk 1964, in MacDonald and Harrington 2003). Στις ίδιες περιοχές έχει προκαλέσει αισθητή μείωση σε πληθυσμούς υδρόβιων πτηνών και ιθαγενών μικρών τρωκτικών (Walday & Kroglund). Στην Ισπανία η παρουσία του μίνκ (Moustela vison) έχει οδηγήσει το ευρωπαϊκό μίνκ (Mustela lutreola) στην κόκκινη λίστα των απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών (Manas et al. 2001). Έχει δυσμενέστατες οικονομικές επιπτώσεις, περισσότερο στις ιχθυοκαλλιέργειες και λιγότερο στην κτηνοτροφία και τη γεωργία. Στη Σκοτία προκαλεί εκτεταμένες ζημιές στα ιχθυοτροφεία πέστροφας και σολωμού (Macdonald et al.) αλλά και στα πτηνοτροφεία (χαρακτηριστικό του είδους είναι η τακτική να βάζει σε σειρά τα πουλερικά-θύματά του). Πλήττει ακόμη και τα νεογέννητα πρόβατα (Macdonald & Harrington, 2003). Επίσης, οδήγησε σχεδόν σε εξάλειψη τους πληθυσμούς του είδους αρουραίος ο αγροδίαιτος (Arnicola terrestris).
Στην Ελλάδα δεν έχουν γίνει μέχρι στιγμής έρευνες σχετικά με τη διαφυγή εκτρεφόμενων μίνκ και την εγκατάστασή τους στο φυσικό περιβάλλον. Προφορικές, όμως, μαρτυρίες κατοίκων σε περιοχές όπου λειτουργούν εκτροφεία, καθώς και τα πολλαπλά περιστατικά με χτυπημένα από αυτοκίνητα μινκ σε δρόμους της Δυτικής Μακεδονίας, επιβεβαιώνουν ότι αυτό το φαινόμενο δεν είναι άγνωστο στη χώρα μας.
Ειδικές επιπτώσεις: Τα μίνκ είναι φορείς του ιού ADV, ο οποίος προκαλεί την θανατηφόρο Ασθένεια των Αλεούτιων (αλεούζια). Αυτός ο ιός αναπτύσσεται κατ’ εξοχήν στα εκτροφεία μίνκ και μπορεί να μεταδοθεί σε όλα τα ιθαγενή είδη τρωκτικών (Park & Travis 2002). Στην Δανία διαπιστώθηκε ότι το 4,3% του πληθυσμού των εκτρεφόμενων μίνκ είναι φορείς αυτού του ιού (Hammershoj 2004), ενώ στην Ισλανδία το 3,5% του αντίστοιχου πληθυσμού. Στην Ισπανία πιστεύουν ότι αυτός ο ιός προκάλεσε το πρόβλημα στον πληθυσμό του ευρωπαϊκού μίνκ (Manas et al. 2001).
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ:
ΠΡΟΛΗΨΗ: Το καλύτερο διαχειριστικό μέτρο είναι η πρόληψη δραπετεύσεων από τα εκτροφεία. Βεβαίως, με την πείρα ενός και πλέον αιώνα παγκοσμίως, τα εκτροφεία γουνοφόρων ζώων εφαρμόζουν εξελιγμένα και ισχυρά μέτρα ασφαλείας. Τα γεγονότα, όμως, μαρτυρούν ότι παντού όπου δημιουργήθηκαν εκτροφεία, κάποια μίνκ διέφυγαν και, πιθανότατα, θα συνεχίσουν να διαφεύγουν στη φύση. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε σε ατυχήματα, για παράδειγμα κατά την μεταφορά τους στα σφαγεία, είτε σε σκόπιμες ενέργειες, όπως συνέβη στην Ολλανδία, όπου απελευθερώθηκαν, αυθαίρετα και δια της βίας, 6.000 μίνκ από ένα εν λειτουργία εκτροφείο από οργανώσεις για τα δικαιώματα των ζώων, στις 5 Αυγούστου 2003 (Helsingin Sanomat, 10 September 2003, in Reynolds et al. 2004).
ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ:
1. ΜΕ ΦΥΣΙΚΑ ΜΕΣΑ:
1.2.ΠΑΓΙΔΕΣ:
1.2.1. ΣΥΛΛΗΨΗΣ: Πολύ αποτελεσματικός τρόπος περιορισμού των πληθυσμών αμερικάνικου μίνκ, αφού επιτρέπει την επιλεκτική εξόντωση μόνο αυτών των ζώων και την απελευθέρωση των ιθαγενών τρωκτικών. Μοναδικό μειονέκτημα είναι το υψηλό κόστος. Σε αρκετές χώρες εφαρμόστηκε με ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Εξαιρετικά αποτελέσματα έχουν οι παγίδες που περιέχουν ως δόλωμα ψάρια ή έλαια ψαριών, ποντίκια ή οσμές από αδένες αρσενικών
1.2.2.ΘΑΝΑΤΩΣΗΣ: Δεν χρησιμοποιούνται γιατί, σκοτώνουν οτιδήποτε παγιδευτεί σ’ αυτές και δεν είναι κοινωνικά αποδεκτές.
1.3.ΣΚΥΛΟΙ για τον εντοπισμό των φωλεών-λαγουμιών. Αφού εντοπιστούν, οι φωλιές ψεκάζονται με ειδικό αέριο που απομακρύνει τα μίνκ. Μέθοδος με υψηλότατο κόστος, χρονοβόρα, και με πενιχρά αποτελέσματα, τουλάχιστον στη Φινλανδία όπου εφαρμόστηκε.
1.4.ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΦΡΑΞΕΙΣ για τον αποκλεισμό περιοχών ειδικού ενδιαφέροντος. Έχουν πολύ καλά αποτελέσματα όταν πρόκειται για μικρές περιοχές, αλλά το κόστος είναι υψηλό και η φιλοσοφία τους, γενικότερα, απαράδεκτη, όσον αφορά τη διαχείριση της άγριας ζωής. Πρόσκαιρη λύση ανάγκης.
1.5.ΑΠΩΘΗΤΙΚΕΣ ΟΣΜΕΣ, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε πτηνοτροφεία και ιχθυοτροφεία με ικανοποιητικά αποτελέσματα. (Baker & Macdonald 1999 - Macdonald & Harrington 2003).
1.6.ΚΥΝΗΓΙ. Στην Δανία τα διαφεύγοντα στη φύση μίνκ, αν δεν συλληφθούν μέσα σε δύο μήνες, θεωρούνται θήραμα, το οποίο θηρεύεται όλο το χρόνο.
2.ΜΕ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ : Η ενίσχυση των ιθαγενών ανταγωνιστών μπορεί να συμβάλλει στον έλεγχο του πληθυσμού των μίνκ. Στα Βρετανικά νησιά αυτή η μέθοδος απέδωσε πολύ ικανοποιητικά, όταν ενισχύθηκαν οι ενυδρίδες (Βίδρες, Lutra Lutra) και τα κουνάβια (Mustela Putorius) (Macdonald & Harrington 2003).
Στο νησί Hiiumaa της Βαλτικής, ένας συνδυασμός όλων των παραπάνω μεθόδων απέδωσε εντυπωσιακά αποτελέσματα και σήμερα το νησί θεωρείται ελεύθερο από μίνκ (mink – free) (Genovesi 2005).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ- ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ:
Οι οικονομικές ωφέλειες από την αξιοποίηση των εκτροφείων μίνκ είναι τεράστιες για τη χώρα γενικά και για τους κατοίκους της συγκεκριμένης ακριτικής περιοχής ειδικότερα.
Η άλλη όψη του νομίσματος είναι οι επιβλαβείς συνέπειες της διαφυγής τους. Πράγματι, σε όσες περιοχές του κόσμου δημιουργήθηκαν μέχρι σήμερα εκτροφεία μίνκ, υπήρξαν διαφυγές και εγκατάσταση πληθυσμών στα γύρω οικοσυστήματα.
Το πρόβλημα είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί καταρχήν με την βοήθεια των ανθρώπων της υπαίθρου (αγροτών, αγροφυλάκων, δασοφυλάκων, θηροφυλάκων, κυνηγών κ.λ.π., ακόμα και της Τροχαίας και της Συνοριοφυλακής). Η συμμετοχή τους μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στον εντοπισμό των περιοχών όπου έχουν εγκατασταθεί πληθυσμοί μίνκ.
Το επόμενο απαραίτητο βήμα είναι η καταγραφή του αριθμού των πληθυσμών, οι οποίοι έχουν διαφύγει και εγκατασταθεί στο φυσικό περιβάλλον.
Όπου επιβεβαιωθεί η εγκατάσταση πληθυσμών μίνκ, θα πρέπει να εκπονηθούν και κυρίως να εφαρμοστούν, μελέτες περιορισμού ή σύλληψης και επαναφοράς των ζώων στα εκτροφεία. Η αποτελεσματικότητα αυτού του μέτρου προϋποθέτει υπεύθυνους εκτροφείς και οργανωμένο από τους ίδιους μηχανισμό δήλωσης και διανομής διαφυγόντων ζώων. Αν θεωρηθεί απαραίτητο, θα πρέπει ενδεχομένως, να οδηγηθούν στα ειδικά σφαγεία.
Η εγκατάσταση – εισβολή των μίνκ σε περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας, στις λίμνες της, στον Αλιάκμονα και στους παραποτάμους του, είναι δεδομένη. Επιπλέον, είναι θέμα χρόνου η εμφάνισή τους στις εκβολές του Αλιάκμονα και, κατά συνέπεια, στις εκβολές των ποταμών Γαλλικού και Αξιού.
Δεν λείπουν οι εναλλακτικές λύσεις και υπάρχον τρόποι για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Αυτό που, πρωτίστως, επιβάλλεται είναι η κατάλληλη διαχείριση και χειραγώγησή του, πριν οι επιπτώσεις γίνουν σημαντικές και η κοινωνική αντίδραση εκρηκτική.
: Βλιαγκόφτης Γιώργος, Δασοπόνος